www.nygma.gr - ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ (Ποιήματα)
Ζωή και Φαντασία
|
21/11/2002
|
Κορεσμός και ησυχία στις ροές του νου νύχτα αλλουνού, βγαίνουν για βόλτα οι ψυχές σε είδα χθες ένα πρωί και φως σ' αχτίδες έπεφτε πάνω στις ρωγμές που έφερ' ο σεισμός. Σε λέγαν φαντασία κερνούσες την παλίρροια εις υγείαν της εμπειρίας που 'ρχεται σαν πρόποση στ' αυτιά
Θαρσείν χρη και δη στη νιοστή καθά στην ζωή απορρέει, σαν άμπωτη το νερό των θα το τρομερό πηγαίο και ορμητικό δροσιστικό, καθαρτικό με χίλια-δυο επίθετα μαζί σου και αντίθετα δένει τα σύνθετα σε μια μεγάλη θάλασσα και ζήτηση εξίσου μεγάλη γεννά για ναυτικούς που ξέρουν που μπορούν και βρίσκουν ανεμόπλοα στενά στις τρικυμίες, αδυναμίες, ανθρώπων, ονείρων, στιγμών Εκείνων των αναστεναγμών στις αλυκές Εκεί που στέρεψε κάποια ελπίδα Με ήλιο και αλάτι που θρέφει τις πληγές και δυναμώνει Αναθαρρεύει, ίσταται Θαρσείν Χρη, αναφωνεί ο ναυτικός ετούτος διαφωνεί ανθίσταται κι οργώνει στον ορίζοντα ό,τι ξεχνά η επετηρίδα, την πλημμυρίδα που ’ρχεται στις ράγες της ζωής
Τραίνα από πουλιά και μυρωδιά αέρα, τι ηρεμία μια μυστική συνάντηση στης τρικυμίας τον αφρό είν’ η ελευθερία ύστερα νηνεμία, ένα πηδάλιο υγρό γλυστράει στην πυξίδα τόσες φορές γυρνάει η σελίδα, φυλλομετρώντας, στα βιαστικά κάτι φορώντας, κλείνεις την πόρτα πίσω σου λάθη, σωστά, τα κουβαλάς στον ίσκιο σου Σκιές, καλυμμένα πρόσωπα με μαύρο μαντήλι οι φόβοι τρέμουν ν’ αποκαλυφθούν και οι λύπες να φανερωθούν φοβούνται στα νέα μάτια η καρδιά χτυπάει δυο φορές πιο γρήγορα, πιο δυνατά και η ματιά που τρέχει δεν αντέχει να σκοντάφτει σε εμπόδια ψηλά Τόσα πολλά που κάποιος έχει όταν γνωρίζει να προσπερνά μέσα σε στενά ή στ’ ανοιχτά των διαδρομών στεγνών λυγμών, φτηνών καημών, όσα παρέχει μια σταγόνα αύριο. Μιά ανεμώνα που την ποτίζει ο καιρός σκεπάζει το ανούσια μακάβριο ο δρόμος ανοιχτός, αρκεί τα πρόσωπα να βγουν στο φως
Φως παντού μέσα απ’ τις σχισμές ανεβαίνει βουνά ξεγλυστρά στις πλαγιές χύνεται στα λιβάδια, ζεστό σεντόνι διαχέεται στο γυαλί, τα λάθη ξημερώνει, φως παντού διασπάται στα κλαδιά αναρριχάται στα εμπόδια αντανακλάται στα νερά φωτόνια εφόδια ενέργειας δεσμίδα ασπίδα γίνεται καύση βραδυφλεγής, ρυτίδα η νύχτα φεγγαρόλουστη τα χρώματα λαμπυρίζοντα τα σίδερα αστραφτερά, ζεστά φτερά τα σώματα λευκά, διάφανα όνειρα άσπρα απόνερα και βάθη φανερά φως παντού και τ’ άνθος του λουλουδιού, ανοίγει στο μαγικό κουτί του χρόνου
Χθες φαντασία σε θυμήθηκα, την αγκαλιά σου ντύθηκα ακρογιαλιά-ακρογιαλιά μες το νερό περπάτησα νιώθοντας νοσταλγός της τύχης που στα γραφτά και καθοδόν έρχονται ήχοι κόκκινα βήματα, κόκκινα συναισθήματα σαν τ’ αναστάσιμο κερί, ανάβει-σβήνει ό,τι φύγει κι ό,τι μείνει, ο νεφελώδης ουρανός το σούρουπο και η σελήνη
Στην βροχή τα σύννεφα γλεντούν παίρνουνε σχήματα, στέλνουνε χρώματα οι λύπες τότε γίνονται πυλός ένας καιρός καλός ο οιωνός που κυνηγάνε οι νύχτες οι κρυφές, αποδημητικά πουλιά που αντάμα κελαηδάνε πάνω σε σανίδια που η θάλασσα στην αγκαλιά της έχει πάρει σανίδια-κεραμίδια στην σκέπη του βυθού Του εαυτού που κρύβεται και της ψυχής που τρίβεται Νερά του ποταμού Ταξίδια από’ δω γι αλλού παιχνίδια στο μυαλό ενός παιδιού που μεγαλώνει κι άλλοτε νιώθει ικανός να επιβιώνει παρά θιν’ αλός, άλλοτε εκκρεμεί σαν μια επόμενη στιγμή που κάποια διαδρομή σαν έρθει, θα χαράξει Ο ουρανός λέει να πετάξει και γη να φύγει όποιου δεν έχει να προσμένει, η υπομονή γίνεται λίγη εκεί που οι ώρες, τεράστιες αιώρες, τυλίγουνε στην μοναξιά τους ανθρώπινα θηράματα σ’ αναζητήσεις, σπίθες στην φωτιά που καίνε σαν φενάκη που σβήνουν στο τσακμάκι, που κλέβουν στα κρυφά οράματα, αναμνήσεις, το πριν και το μετά. Αν η μεγάλη ώρα ήρθε τώρα, τα καλά σου φόρα και προχώρα, δες ένα ρολόι βαραίνει σωπαίνοντας τα λεπτά ένα τραγούδι ο αέρας παίρνει και φέρνει ξαφνικά λίγες στάλες, οι μέρες των ανθρώπων μείναν άλλες μείνανε μοναχές να στέκονται χαμένες στην ορφανή τους πίστη, καντήλι τους η ελπίδα, πως όλα είναι στρογγυλά σαν ρόδα που κυλά σαν σφαίρα που γυρίζει σαν πέτρα που βυθίζεται, απ’ τα ψηλά στα χαμηλά κάτι γκρεμίζεται και κάτι χτίζεται, και εάν σαν ψέμα φαίνεται αλήθεια μάλλον είναι πως γίναν όλα αυτά πως τόσα ακόμα θα 'ρθουν
Μόνο με χρώματα κεντάει η φαντασία με μία πινελιά της παλεύει να νικήσει της λογικής την αχρωμία
|