Τι περίεργο, η λογική χάνεται στα θαμπά νερά
σε λίγες στιγμές
όταν βουτά στης καρδιάς τα αβαθή
άνθρωποι αρμυροκαμμένοι στον ήλιο διψούνε για δροσιά
από τα συναισθήματα τους ναυαγοί, στην ρότα τους νησιά
και ένα θαλασσί, νερό και ουρανός,
η ελπίδα γίνεται καημός -μετά επιστροφή,
ο τόπος σου είναι η γη που είναι γυρισμός
και μέχρι τότε, μέχρι εκεί, αναπολώντας προχωράς
με το μυαλό να ψηλαφεί ό,τι είναι φύση ανθρώπινη,
ό,τι μπροστά σε σπρώχνει
και ό,τι σε τραβά
Όταν δεν θες, όταν ξεχνάς, όταν να φύγεις λες
κι ανοίγεις τα πανιά
θέλει κουράγιο ν' αφήνεις το μουράγιο
εκεί στα ανοιχτά, παντού ψυχές χωρίς αρματωσιά
άλλοι ψαρεύουν κι άλλοι κλέβουν
άλλοι αρμενίζουν και άλλοι αγναντεύουν,
προοιωνίζουν
μαντεύουν τον καιρό, τοπίο καθαρό
μοναχικό, μόνος σε πέλαγος μοναχών
σε συνοδεύει ένα δι'ευχών μα θέλει τύχη
-και να διαβάζεις τον καιρό εν μέσω ταραχών
θαμμένων ενοχών που χτίζουν τείχη.
Οι στίχοι, καιροφυλακτούν σε κάποιο καπηλειό,
μια μουσική να ντύσουν, να σε γλεντήσουν,
να γίνουνε ζωή
μυρώνοντας απόηχα τα πάθη
μες το καντήλι τ' ουρανού, το βράδυ
ταράζουνε το λάδι, τα χίλια λάθη
σαν παραμύθια του Σεβάχ
Οι στίχοι είναι νόστος είναι και προσμονή
Υπομονή._