«Εις τον Στρατό Καραμάνο δεν γίνονται διακρίσεις! Και επιστήμων να είσαι, σκατά θα καθαρίζεις. Αυτό είναι το νόημα της στρατιωτικής θητείας, απανταχού και εις όλον τον κόσμο!» Ανχης (ΜΧ) Κατσάμπελας Μηνάς, Λούφα και Παραλλαγή
Να ήταν αυτό το νόημα, τι καλά που θα περνάγαμε…
Όσοι έχετε πάει Στρατό καλύτερα θα ήταν να μη συνεχίσετε, γιατί μάλλον θα τα ζήσατε αυτά που θα διαβάσετε στη συνέχεια. Εκτός κι αν θέλετε να θυμηθείτε τα παλιά. Για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι καινούργιοι, που λέει και ο Κώστας ο Γκουσγκούνης.
Ας ξεκινήσουμε λοιπόν από την αρχή, δηλαδή από το κέντρο εκπαίδευσης ΠΖ (κατά κόσμον Πεζικού). Φτάνεις μπροστά στην πύλη έχοντας εφοδιαστεί με ό,τι παπαριά σου έχει πει ο κάθε γνωστός, φίλος ή συγγενής ο οποίος υπηρέτησε στον στρατό τα τελευταία 150 χρόνια. Το τελευταίο πράγμα που σκέφτεσαι είναι ότι πίσω από αυτήν υπάρχει ένας άγνωστος κόσμος στον οποίο θα ζήσεις για τους επόμενους 14 μήνες (η περίοδος αυτή δεν προβλέπεται για την 275 σειρά, η οποία αν δεν το κατάλαβε είναι ΕΠ.ΟΠ δύο μηνών). Με το που περνάς την πύλη αρχίζουν τα καλοπιάσματα: σάντουιτς με πορτοκαλάδα, τα οποία όμως δεν προλαβαίνεις να φας, γιατί πρέπει να στηθείς σε μια από τις πολλές ουρές όπου θα σε μετρήσουν, θα σε ζυγίσουν, θα καταγράψουν το μορφωτικό σου επίπεδο (αν διαθέτεις) και θα σου κάνουν τα χέρια κοφίνι από τα πολλά εμβόλια (κάπου πρέπει να εκπαιδευτούν και οι νέοι νοσηλευτές…). Μετά εφοδιάζεσαι με την τελευταία λέξη της μόδας, αφού παραλαμβάνεις τη θερινή και τη χειμερινή κολεξιόν του ΕΣ από το stock του κέντρου. Δεν τίθεται θέμα μεγεθών, είναι όλα one size fits none. Το αποκορύφωμα βεβαίως είναι τα αθλητικά παπούτσια τύπου ελβιέλα, τα οποία φορούσε ο Βουτσάς σε ταινίες του 60 και η παντόφλα οικοδόμου, η οποία ακόμα δεν έχει γίνει trendy εκτός ΕΣ.
Φορτωμένος σαν το γάιδαρο πηγαίνεις προς το νέο σου σπίτι, το οποίο όμως είναι και σπίτι άλλων 90 νοματαίων. Ο λόχος μοιάζει με εκείνα τα κτίρια που χρησιμοποιεί ο Φώσκολος στις πολεμικές ταινίες ως γραφεία της Γκεστάπο: Ψηλοτάβανος, με τριμμένα μωσαϊκά και δίφυλλες ξύλινες πόρτες. Παντού υπάρχουν αναρτημένες επιγραφές του τύπου «Εις Οιωνός Άριστος, Αμύνεσθαι περί Πάτρις (ή Πάρτης)», «Ου καταισχύνω όπλα τα ιερά» και «Arbeit macht Frei».
Σε ό,τι αφορά τους συγκατοίκους του λόχου, σύντομα αντιλαμβάνεσαι πως υπάρχει ένας κόσμος τον οποίον αγνοούσες τόσα χρόνια. Γνωρίζεις τον καλό σου φίλο Σπαρτάκ (της Σβετλάνα και του Οδυσσέα), ο οποίος κατάγεται από τον Πόντο, θα υπηρετήσει τρίμηνο (ελέω πολιτικών σκοπιμοτήτων), δεν γνωρίζει και πολύ καλά τις έννοιες «υπακοή», «πειθαρχία», «σεβασμός προς τον συνάνθρωπο» και «προσωπική υγιεινή». Δεν ισχύουν για όλους αυτά, υπάρχουν ασφαλώς και εξαιρέσεις (αυτό το αναφέρω για να είμαι πολιτικά ορθός). Τις δύο τελευταίες έννοιες βεβαίως-βεβαίως τις αγνοούν και πολλοί γηγενείς Έλληνες, καταγόμενοι κυρίως από ορεινές περιοχές της επικράτειας, ο οποίοι έχουν έμφυτη κλίση προς τη βουκολική τέχνη. Καθ’ όλα αποδεκτό. Τις ίδιες έννοιες αγνοούν και πολλοί άλλοι, τους οποίους όμως είχα τη χαρά να τους γνωρίσω στη μετάθεση στην παραμεθόριο. Οι περισσότεροι ήταν οι λεγόμενοι λεούρηδες, κάγκουρες ή γαμοσείρηδες οι οποίοι μετά από σειρά μηνών στις τάξεις του Ε.Σ. αποφάσισαν ότι το γενικότερο παρουσιαστικό είναι κάτι το τελείως αδιάφορο. Ίσα-ίσα που ορισμένοι, στα πλαίσια της γενικότερης βαρεμάρας του κάγκουρα (απολύομαι και διαλύομαι) θεωρούν πως όσο χειρότερο είναι το παρουσιαστικό τους, τόσο παλιότεροι φαίνονται και συνεπώς τόσο περισσότερο θα ψαρώνουν τους νέους. Οφείλω να ομολογήσω ότι και η ίδια η υπηρεσία δεν δίνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την προσωπική καθαριότητα, αφού τα λουτρά θυμίζουν κάτι από δημόσια ουρητήρια της δεκαετίας του ‘60 και οι τουαλέτες κάτι από δημόσια ουρητήρια της δεκαετίας του ‘20 (υπήρχαν τότε δημόσια ουρητήρια;).
Στο κέντρο περνάς τη λεγόμενη βασική εκπαίδευση, η οποία είναι ένα demo αυτού που θα κάνεις για τους υπόλοιπους μήνες: τίποτα. Μαθαίνεις το βασικότερο όλων, ότι στον Ε.Σ. εκείνο που έχει τεράστια σημασία είναι να μη σε ξέρει κανένας. Ίσως ακούγεται κάπως αντικοινωνικό αυτό, όμως όταν είσαι δημοφιλής και γνωστός, το όνομά σου είσαι το πρώτο που θα έρθει στο μυαλό του κάθε οργάνου, του κάθε επιλοχία ή του κάθε διοικητή (δίκας, ο) για χώσιμο σε αγγαρεία, υπηρεσία ή ότι άλλο (χωσέ, το, ή jose cuervo ή jose piculin Ortiz ή Jose Boreli κλπ). Ειδικά αν δεν βγαίνουν οι υπηρεσίες (όπως στο Κίνημα Ελευθέρων Πολιτών του Αβραμόπουλου) τότε γίνεσαι Στρ(ΘΒ). Θα μου πείτε πώς θα αντέξει κανείς (πως θα την παλαίψει) τόσους μήνες χωρίς να κάνει τίποτα. Αυτήν την απορία είχα κι εγώ, όμως όταν τελικά τα πράγματα που έχεις να κάνεις είναι περιορισμένα και επαναλαμβάνονται κυκλικά (τουαλέτες, λουτρά, θάλαμο, εξωτερικές, μαγειρεία, σκουπίδια, θαλαμοφυλίκι, σκοπέτο (το), περίπολο (το)) και μάλιστα με τον πλέον ανορθόδοξο τρόπο (π.χ. χωρίς καθαριστικό, με σπασμένη σκούπα, μόλις έχεις ανοίξει το μάτι ή μόλις έφαγες το κρέας υπηρεσίας (γκοτζίλας, ο)) τότε προτιμάς να μην κάνεις τίποτα. Αυτός και ο λόγος που οι περισσότεροι αρχίζουν το κάπνισμα στο στρατό. Θα ρίξεις μια-δυό βολές, θα πας και καμμιά νυχτερινή τσάρκα (πορεία το λένε) και έπειτα θα ορκιστείς να φυλάττεις πίστη εις την πατρίδα, υπακοή εις τους ανωτέρους σου, να εκτελείς προθύμως και άνευ αντιλογίας τας διαταγάς των (και μετά να βγάινεις παραπονούμενος). Και ο Θεός βοηθός!
Αφού λοιπόν περάσουμε τη βασική εκπαίδευση στο κέντρο και δεν μας κάτσει η μετάταξη (όπως έκατσε στον γράφοντα) οι πιθανές εναλλακτικές είναι οι εξής: ΤΦ και ΤΦ Ασφαλείας (Τυφεκιοφόρος ή Τρέχα Φουκαρά). Άντε να κάτσει κανένας πολυβολητής ή χειριστής ΠΑΟ (όχι βάζελος, Πυροβόλο Άνευ Οπισθοδρομήσεως). Και ασφαλώς όχι στο Κολωνάκι! Παίρνεις το γκατζολότρενο και αρχίζει η Εβρολίγκα. Μετά από 22 ώρες απολαυστικού ταξιδιού (στοιβαγμένος ανάμεσα σε λουκάνικα και ζαλισμένος από την αναδυόμενο εκρηκτικό μίγμα ποδαρίλας, ιδρωτίλας και κολώνιας Μυρτούς), φτάνεις επιτέλους σε τόπο χλοερό και επίπεδο, όπου η ανάβαση του Φιλοπάππου θα φάνταζε extreme game και όπου τον χειμώνα θα κατέβαιναν τις πλαγιές του καριμπού, γέτι και snowboardάδες (όχι απαραίτητα με την αυτή σειρά). Το μόνο που βοηθάει στην προσαρμογή σου σε αυτόν τον ευλογημένο τόπο είναι η ζεστασιά, η φιλικότητα και η φιλοξενία των ιθαγενών, οι οποίοι ανιδιοτελώς και αφιλοκερδώς (τα καθρεφτάκια και οι χάντρες είναι πια ξεπερασμένα) πασχίζουν για να σου προσφέρουν τα προς το ζην (σουβλάκια, γύρους και πίτσες). Όλα αυτά προφανώς αφού καταφέρεις να συνεννοηθείς μαζί τους, διότι η τοπική διάλεκτος έχει ακούσματα του τύπου «ζουλούδι, ζάρωσα, ουρτ, ματσάλα τα, τζιτζιά, κοκόλια, καρτίκια», όλες με γαλλική ή σαξονική ρίζα και οι οποίες θα άφηναν ακόμα και τον Μπαμπινιώτη ενεό (ή επί το στρατιωτικότερον, θα τον άφηναν μαλάκα).
Με την άφιξη στη μονάδα του Β. Έβρου αρχίζει ουσιαστικά η στρατιωτική θητεία, γιατί μέχρι τώρα ήσουν σε υβριδική μορφή: ψάρι με ουρά ποντικού ή ποντικός με λέπια, είναι θέμα γούστου. Το τελευταίο το συνειδητοποιείς τις πρώτες μέρες στο λόχο με την ευγενική αρωγή των παλιών (θα πήξεις πατόψαρο!). Πως είναι η ζωή στη μονάδα; Εγερτήριο στις 6, με τις φωνές του οργάνου, του θαλαμοφύλακα και ενίοτε και του (ταχυδρόμου) ΑΥΔΜ: «Έλα η φρουρά!», «Σε 3 λεπτά η φρουρά φεύγει!», «Έλα για καθαριότητες!», «Όποιος δε σηκωθεί είναι αναφερόμενος. Όχι τώρα, ΤΩΡΑ!» και άλλα συναφή. Ακολουθεί το πλύσιμο και το ξύρισμα υπό τον ήχο του εκ δεξιόν διπλανού να φυσάει τη μύτη παρατηρώντας με θαυμασμό τα εξερχόμενα και του εξ ευωνύμων διπλανού να ξυρίζεται σιγοτραγουδώντας το στίχο του γνωστού αρχαίου ιστορικού «…τι σταυρό κουβαλάω, με ρωτάνε οι φίλοι». Σκέφτεσαι από μέσα σου κοιτώντας στον λιγδιασμένο καθρέφτη στολισμένο με νεκρά κουνούπια και λοιπά αγνώστου προελεύσεως έντομα: «καλά θα πάει και σήμερα!». Ακολουθεί η σχολαστική καθαριότητα των θαλάμων, λουτρών, τουαλέτας χωρίς να είναι αισθητή η διαφορά μεταξύ τους, παρά μόνο χωροταξικά. Ίσως αυτή να είναι και η σκοπιμότητα που οτιδήποτε δεν κινείται στον ΕΣ φέρει επιγραφή συνοδευόμενη πάντα από το έμβλημα των ενόπλων δυνάμεων. Ακολουθεί το continental breakfast στα μαγευτικά εστιατόρια του λόχου: κρουασάν βουτύρου και σοκολάτας, βάφλες με σοκολάτα και παγωτό, κρέπες, στρούντελ, γάλα, νες, τσάι (βουνού της Ταϋλάνδης), γαλλικός, εσπρεσάκι, βούτυρο, μέλι ή μαρμελάδα από φρέσκα φρούτα, φυσικός χυμό πορτοκάλι, μούσλι με φρούτα και δημητριακά και κορν φλέικς δεν προβλέπονται. Χθεσινό ψωμί (εάν έχουν φρέσκο θα το κρατήσουν για αύριο), νουνού αραιωμένο με νερό από το θερμοσίφωνα, μαργαρίνη εκτός ψυγείου και μαρμελάδα με γεύση τσιχλόφουσκα big babbol. Κάθε, μα κάθε, μέρα και δε σε χάλασε καθόλου!
Μετά έχουμε την πρωινή αναφορά (ή αλλιώς tack-line, taco-time και όλα τα από τακ). Όταν δεν έχει κρύο και βροχή έχει κι αυτή το ενδιαφέρον της, αφού μπορεί να ακούσει κανείς τα πλέον απίθανα. Από το «είμαι αναφερόμενος γιατί βγήκα με τις παντόφλες και χωρίς χιτώνιο στη βραδινή αναφορά» ή «είμαι αναφερόμενος γιατί με συνέλαβαν αυνανιζόμενο στη σκοπιά». Ο δίκας σε ρόλο Κουασιμόδου να χτυπάει τις καμπάνες αγόγγυστα και οι ψηλοί στην αναφορά να προσπαθούν, συνήθως εις μάτην, να τις αποφύγουν ωσάν τον Κυάνου Ρηβς στο Matrix. Στη συνέχεια ο δίκας από Κουασιμόδος με απίστευτη ευκολία μεταμορφώνεται σε project manager και οργανώνει τη σκληρή στρατιωτική εκπαίδευσή μας: ρίψεις με αλεξίπτωτα και χωρίς αλεξίπτωτα από ελικόπτερα, βολές με πυροβόλα ZU (ή zoo;), ναρκοθετήσεις, διέλευση φαραγγιών, υποβρύχιες καταστροφές και άδειασμα της σκουπιδιάρας (κατά κόσμον: πλοίο της αγάπης). Είναι η στιγμή που κάθε ποντίκι τρέχει προς την τρύπα του! Δεν θα βγει παρά μόνο όταν έρθει η ώρα του φαγητού. Από απίθανα μέρη του στρατοπέδου, τη δύσκολη εκείνη ώρα, ξεφυτρώνουν ως δια μαγείας εκατοντάδες φαντάροι με κόκκινα μάτια και αυλακιές στο πρόσωπο από το χιτώνιο. Το μενού; Δευτέρα: Παστίτσιο-Λάχανο-Μήλο, Τρίτη: Κοτόπουλο με ρύζι-Λάχανο-Μήλο, Τετάρτη: Φακές-Λάχανο-Μήλο, Πέμπτη: Κοτόπουλο με πατάτες-Λάχανο-Μήλο, Παρασκευή: κονσέρβα φασόλια (πάντα με ετικέτα πάνω από την άγνωστη ημερομηνία λήξεως)-Λάχανο-Μήλο, Σάββατο: Γκοτζίλα-Λάχανο-Μήλο, Κυριακή: Γκοτζίλα (όχι, δεν θα πρωτοτυπήσουν!)-Λάχανο-Μήλο. Ένα μενού σχεδιασμένο από τους πλέον διαπρεπείς κτηνιάτρους, πλούσιο σε βιταμίνες, θρεπτικές ουσίες, πρωτεΐνες και πολυακόρεστα. Για να μην ξεχνιόμαστε ακολουθεί μεσημεριανή φρουρά, όπου ακούμε για πολλοστή φορά τα καθήκοντα του σκοπού, δηλαδή να ρωτήσει τον άγνωστο ποιος είναι, να τον απειλήσει, να τηλεφωνήσει στον αξιωματικό υπηρεσίας, να πάρει την άδεια για να σκίσει την τελαμώνα, να οπλίσει, να ρίξει προειδοποιητική βολή και μετά στο ψαχνό. Όλα αυτά βεβαίως αν ο λαθρομετανάστης δεν του έχει εν τω μεταξύ τσακίσει τις επιγονατίδες με το Καλάσνικοφ! Ο επόπτης παράλληλα παραδίδει μαθήματα διαφορικών εξισώσεων στους θαλαμοφύλακες, ήτοι: το άθροισμα των όπλων στον οπλομαστό και των σκοπών ισούται με το πλήθος των όπλων των θαλαμιζομένων έξω οι γιωτάδες, το είπα καλά;
Ακολουθούν οι απογευματινές καθαριότητες (σκούπα-μάπα-εμπλοκή) και ελεύθερος χρόνος, εκτός από τις Τρίτες που έχει νυχτερινή εκπαίδευση (ακόμα να κόψουν τη νυχτερινή;). Οι τυχεροί που έχουν έξοδο ή εξοδούχο νούμερο, μπορούν να απολαύσουν τον καφέ τους ατενίζοντας τις παραλίες σε αποστάσεις πλέον των 100 χιλιομέτρων με το μακαρόνι. Επίσης μπορούν να απολαύσουν πολιτιστικές εκδηλώσεις με την ενεργό συμμετοχή γυναικών από το πάλαι ποτέ ανατολικό μπλοκ. Σινεμά, το, ένα είναι όλο κι όλο, έχει μια παράσταση το Σάββατο το απόγευμα, οπότε και προβάλλονται καουμπόικα με τον Τζον Γουέην ή «το Αίμα των Ηρώων». Μετά από μια γερή δόση κουλτούρας έρχεται η ώρα του δείπνου και η επιλογές είναι πολλές και δύσκολες. Κάθε στρατιώτης αντιμετωπίζει το δίλημμα: γύρος, πίτσες ή μπουγάτσα_με_*.* ; Αυτό είναι τρίλημμα, αλλά και πάλι δε σε χάλασε ψαρούλη! Αμάν πήγε 10 και δεν έχω δίωρη! Πάμε για ΑΑ. Και είναι και ο επόπτης μαλάκας. Άσε που όταν εσύ φεύγεις, οι γυναίκες έρχονται. Σαν το Johhny Walker ένα πράμα…
Και φτάνουμε στην ευλογημένη εκείνη ώρα που αλαφιασμένοι θα μπούμε στο θάλαμο, έχοντας γλιτώσει την καμπάνα και έχοντας μόλις προλάβει τη βραδινή αναφορά. Όλα μυρίζουν μανούλα (ή λεβάντα). Τα άρβυλα, οι άπλυτες κάλτσες, οι κουβέρτες που έχουν να πλυθούν από την ημερομηνία κατασκευής τους (1964 έχοντας σκοπίμως παραλείψει την ένδειξη μ.Χ.), η τσιγαρίλα, οι μπάφοι και οι μεθυσμένοι με τις δίωρες δημιουργούν μια ατμόσφαιρα οικογενειακής θαλπωρής, η οποία συνοδεύεται ενίοτε και από ανάλογη ηχητική επένδυση (Καρράς, Πλούταρχος, Βανδή, Ρέμος, Τερλέγκας, Γονίδης, ΖαΜε και βγάλε). Το συνονθύλευμα αυτών των οσμητικών και ηχητικών εφέ σε συντροφεύει ως άλλον Ιντιάνα Τζόουνς μέχρι η νύστα να σφαλίσει τα ματάκια σου. Αν είσαι άτυχος όμως και δεν προλάβεις να κοιμηθείς πριν αρχίσουν τη νυχτερινή συναυλία οι τενόροι του θαλάμου, τότε μάλλον θα βρεθείς να κάνεις παρέα με τον θαλαμοφύλακα μέχρι να φτάσει το νούμερό σου.
Άλλη μια μέρα έχει περάσει. Μήπως αυτό δεν είναι και το νόημα;