ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ
Προσωπικά
 printer friendly version  -  στείλτε τη σελίδα με e-mail ]

Ροζ Ιστορία 21/1/2008

Με τις παλάμες μου έκλεισα τα μάτια. Ήταν μια ύστατη (θα μπορούσα να πω ευγενικά), για να μην την αποκαλέσω απεγνωσμένη (κυριολεκτικά) προσπάθεια να με πάρει ο ύπνος. Αν και μια τέτοια σκοτεινή νύχτα, το μόνο περιθώριο που σου αφήνει είναι να την κάνεις ακόμα πιο σκοτεινή. Έμεινα κι εγώ λοιπόν εκεί στο σκοτάδι μη μπορώντας να κοιμηθώ προσπαθώντας να θυμηθώ την ρότα που διέγραφε κάπου-κάποτε το κουνιστό μου κρεβατάκι 30 χρόνια πριν. Τότε που όλα ήταν ροζ και ακούγονταν μόνο η γλυκιά φωνή της μητέρας μου, άντε και οι «ξινοί» θόρυβοι των ξεχαρβαλωμένων ξύλων που πήγαιναν πέρα-δώθε.
Και τώρα πάλι ροζ είναι όλα. Μόνο που βουίζουν περισσότερο.
Οπουδήποτε, ασταμάτητα, μέσα στο κεφάλι μου, στα διπλανά δωμάτια, στον έξω κόσμο.

Κανένα παραμύθι, κανένας ιππότης, κανένα ακατανόητο ξόρκι δεν θα μπορούσε να με σώσει. Λες και όλες οι προσπάθειες που είχε κάνει τότε η άμοιρη γυναίκα να μου τραγουδήσει κάθε λαϊκή ιστορία από κάθε λαϊκή γωνιά τούτου του τόπου πήγαν στράφι, σαν να μην ήταν για μένα αλλά για κάποια άλλη.

Και ήταν τότε που άνοιξα τα μάτια! Στην ίδια σκοτεινή νύχτα της αποψινής αφήγησης που τόσο με τυραννούσε. Ήταν τελικά για κάποια άλλη; Η λαχτάρα; τα φυλαχτά που τσιμπούσαν το κεντητό μαξιλαράκι; Κανείς δεν τραγούδησε πραγματικά για μένα. Κανείς δεν συμμάχησε στα όνειρα μου. Όλα ήταν μόνο για ένα αθώο, άγνωστο, παχουλό μωρό;

Ξημέρωσε. Και η επόμενη μέρα μου άφηνε πάλι την ίδια ηλίθια επιλογή. Να την κάνω ακόμα πιο σκοτεινή.

Σε λίγο θα γυρνούσα στις καθημερινές τετριμμένες συνήθειές μου. Σε ακόμη περισσότερη ώρα τα μάτια μου θα καρφώνονταν στα περίεργα σχήματα που κοσμούσαν το δάπεδο του γραφείου μου. Άρχισα να φτιάχνω τον καθημερινό απολογισμό της εργάσιμης ημέρας.
Και αν θα ήθελα να είμαι και πιο σωστή, άρχισε να φτιάχνω τον ατελείωτο, καθημερινό απολογισμό της ημέρας.
Έλεγξα όλες τις δαπάνες προσωπικού.
Έλεγξα όλους τους κανονισμούς που διέπουν την ασφάλεια και την σωστή διακίνηση αγαθών από την μια γραμμή παραγωγής στην άλλη.
Έψαξα για την ορθότητα των παραστατικών, την σωστή έκδοση των τιμολογίων.
Έγινα μαλλιά-κουβάρια με τον τεχνικό ασφαλείας, διεκπεραίωσα (αν και υπάρχει χειρότερη έκφραση) μερικά από τα συνήθης χούγια του αφεντικού μου, έλεγξα συγκεκριμένους κωδικούς για αδικαιολόγητα έξοδα προσέλκυσης πελατών, έψαξα μάλιστα γι αυτό ένα προς ένα τα έξοδα της γυναίκας του, ξετρύπωσα τα Mail της γκόμενάς του. Κάθε φορά ο ίδιος ατέλειωτος απολογισμός, ατέλειωτος και τελείως αδιάφορος για όσες άσχημες νύχτες κι αν είχαν προηγηθεί.

Όπως και να άρχιζε όσο κι αν διαρκούσε πάντα τελείωνε με τον ίδιο τρόπο. Προσπαθώντας να σκεφτώ τι άλλο θα έπρεπε να είχα ελέγξει.

Και μακάρι να ήταν απλά μια ερώτηση. Οι ερωτήσεις έχουν ένα κεφαλαίο γράμμα για αρχή και ένα ερωτηματικό για τέλος. Τούτη η ανησυχία όμως είχε υπόσταση η οποία μεγάλωνε επικίνδυνα τη μέρα και θέριευε τόσο την νύχτα, που γίνονταν πελώρια, ήταν αδύνατο να κλείσω τα μάτια για να μην την βλέπω ή έστω να την καλύψω με τις παλάμες των χεριών μου την ώρα που έπεφτα για ύπνο.
Μπορούσα να ξεχάσω να κλείσω το μάτι της κουζίνας, να φάω, να πλυθώ, να μιλήσω σε κάποιο γνώριμο περαστικό που θα μου κάνει νεύμα καλημερίζοντας με,
να απλώσω ένα χέρι βοήθειας όταν αυτό μου ζητηθεί, αλλά ποτέ να ξεχάσω να προβλέψω τι θα μπορούσα να έχω ξεχάσει.

Έλυσα τα μαλλιά μου τινάζοντάς τα προς τα πίσω σαν να ήθελε να προβάλλω τις ευεργετικές επιδράσεις κάποιου νέου προϊόντος καλλωπισμού και ονειρεύτηκα.
Όχι μακρινούς προορισμούς, όχι τρελίτσες με κάποιον στο κύμα,
Όχι τον εαυτό μου ξεσανδάλωτη στην άμμο για χίλιες και μια νύχτες, μήτε φεγγάρια σε παράξενους φωτισμούς.
Κάτι πολύ πιο συνηθισμένο, ένα καλοκάγαθο, παχουλό μωρό να κοιμάται ανέμελο στην μικρή του κούνια.

Ήταν τόσο αργά λοιπόν για να κάνω πίσω; να προχωρήσω μπροστά; Ίσως να ήταν και πολύ αργά γενικώς. Πώς μπορούσε λοιπόν με φοβίσει το σκοτάδι όταν δεν είχα μονάδα μέτρησης για το λίγο ή το πολύ, για το αργά και το νωρίς, όταν όλοι οι ήρωες των παιδικών μου βιωμάτων μάχονταν για κάτι απτό, ενώ ο δικός μου εχθρός ήταν σχεδόν αόρατος.

Πόσο να είχαν μπερδευτεί πια όλα αυτά, χωρίς να το καταλάβω; Δουλειά μου δεν ήταν να προβλέπω τα λάθη και να κουκουλώνω τις παραλείψεις;
Ένιωσα μια τεράστια ανακούφιση στην μικρή αυτή ανακάλυψη ότι ίσως δεν είμαι και ο τόσο αψεγάδιαστος επαγγελματίας που νόμιζα τελικά.

Τότε κατάλαβα ότι δεν θα βοηθούσε σε τίποτα το πίσω ή το μπροστά. Πίσω από τι;
Μπροστά από πού; Τούτη μόνο η στιγμή ήταν το πιο ευεργετικό βάλσαμο για μένα.
Ούτε το λίγο, ούτε το πολύ. Έμεινα εκεί, μετέωρη, με όλες μου τις δυνάμεις,
Ώσπου το κουρασμένο μου κορμί να αδειάσει στην αγκαλιά της δερμάτινης καρέκλας
Πριν από το τέλος, το σύρσιμο της σιδερένιας πόρτας του κτιρίου που σφάλιζε την παραμονή αυτού του συναισθήματος κοντά μου όλη τη νύχτα. Και στο τέλος, τα αργά βήματα του φύλακα, που ποιος ξέρει τελικά, μπορεί να έζησα εγώ καλά, αλλά και αυτός πολύ καλύτερα._

Κατερίνα Ερμηλίου
Άλλα άρθρα του συγγραφέα

Σχολιασμός Άρθρου
( πατήστε εδώ για καταχώρηση σχολίου )

 printer friendly version  -  στείλτε τη σελίδα με e-mail ]

Σπίτι
Προσωπικά
Προηγούμενο Επόμενο
Αναζήτηση 'Αρθρων
Σχολιασμός Άρθρου
Περιοδικό
   Editorials
   Sex
   Αθλητισμός
   Ακαδημαϊκά
   Αποκρυφισμός
   Αυτοκίνητο 2001
   Βία
   Γλώσσα
   Δραστηριότητες
   Εδώ Πολυτεχνείο (;)
   Εθνικά Θέματα
   Εικόνες
   Εκπαίδευση
   ΕΜΠ-ΕΠΙΣΕΥ
   Ενημερωτικά
   Επιστημ. φαντασία
   Έρευνα στο ΕΜΠ
   Ιστορίες
   Καθημερινότητα
   Κοινωνία
   Μ.Μ.Ε.
   Μόδα
   Παιδεία
   Ποιήματα
   Πολιτική
   Προσωπικά
   Σκέψεις
   Σκίτσα
   Τέλος εντύπου
   Τέχνες
   Τεχνολογία-Επιστήμες
   Φοιτ. Εκλογές `96
   Φοιτ. Εκλογές '95
   Χαβαλές
   Χαβαλές '96
   Χριστούγεννα '96
   Ψυχαγωγία
Μέλη
Ακαδημαϊκά
Επικοινωνία
Εκδρομές
Διασκέδαση
Σπίτι
Προσωπικά
Προηγούμενο Επόμενο

ΝΥΓΜΑ ανλίμιτεντ σαμ ράιτς ρισέρβντ 1994-2099