Πρόβλημα, πρόβλημα.
Ο χρόνος κυλάει, αυτό δεν αλλάζει ποτέ και με τίποτα. Μερικοί άνθρωποι για να αλλάξουν πρέπει να κυλισθούν, να ξεφτιλιστούν πιθανόν, να απομονωθούν από τα ίδια τα πράματα, από το περιβάλλον τους, από τις "καταστάσεις". Υπάρχουν άνθρωποι που ζουν μονάχοι όπως λέει και το τραγούδι, αλλά αυτό δεν είναι δα και το μεγαλύτερο πρόβλημα. Η άκρη του νήματος της μοναξιάς είναι για τον καθένα που την ζει ένας μίτος της Αριάδνης, με την έννοια ότι πάντα ελπίζει ότι θα βρει την άκρη και θα βγει από τον λαβύρινθο.
Αυτό όμως δεν αρκεί ούτε σαν ελπίδα ούτε σαν προσπάθεια.
Τι κι αν μπορέσει ο καθείς να κοινωνικοποιηθεί σε ικανοποιητικό βαθμό, να είναι δηλαδή ανεκτός από τους υπολοίπους, αν όχι αρεστός. Τι κι αν ακόμη καταφέρει να συμμετάσχει στα κοινωνικά ανοσιουργήματα που κάποιοι ιδιοτελείς τα βαφτίζουν διάλογο, συμμετοχή, συζήτηση, και ακόμα παραπέρα συνοχή, δημιουργία και τελικά έκφραση.
Ό,τι πιο μπάσταρδο κουβαλάει η εποχή μας είναι οι... επισμαλτωμένες έννοιες της ξεπεσμένης ηθικής και οι αξίες που όλοι κρατούν ως αναφορά για ’κει που τα βρίσκουν σκούρα. Τι πιο ανήθικο να επικαλείσαι την ηθική όταν εσύ ο ίδιος κρατάς την γόμα για τις επιταγές της; Τι πιο αστείο όμως κι οι γύρω σου να μην σε εγκαλούν γι ’αυτό, διότι απλά δεν το θεωρούν αφύσικο.
Από πού είναι αρχή κι ως πού το τέλος, ακόμη και ατομικά, για τον καθένα μας χωριστά, είναι δυσδιάκριτο μην πω αδιόρατο. Πόσο δε μάλλον για μια ομάδα και, κατά μείζονα λόγο, για μια κοινωνία. Οι δυσκολίες να συνεννοηθούμε και να συμφωνήσουμε είναι κουραστικά πολλές, καμιά φορά δε επιτείνονται από τον ανθρώπινο εγωισμό, το συμφέρον, την άγνοια, τα πάθη και πολύ συχνά αφαιρούν ακόμη και το δικαίωμα απόπειρας. Σ' αυτό ακριβώς το σημείο είναι που υποβόσκουν... τερατογενέσεις.
Ζούμε σε μια εποχή που αποκαλείται και εποχή της δημοσιότητας, με τα γνωστά "15 λεπτά" που ο καθένας μας μπορεί υποθετικά να την έχει, με τα ΜΜΕ πανταχού παρόντα και τα πάντα πληρούντα. Αυτήν την εποχή κάποιοι θέλησαν να την πουν κι εποχή των ανοιχτών οριζόντων, των ίσων ευκαιριών και των μεγάλων προσδοκιών. Εν μέρει σωστά και εν μέρει δικαιολογημένα αν και το λάθος είναι ότι βλέπουμε σαν καθρέφτη ένα παράθυρο - και εξηγούμαι:
Ζούμε την πρόοδο και ζούμε και την εξέλιξη, επ’ αυτού μικρή αμφιβολία, τα βασικά μέσα διαβίωσης παρέχονται, εξίσου δε και τα αντίστοιχα του βιοπορισμού. Αυτή είναι η αντανάκλαση των πραγμάτων στα μάτια μας και δεν είναι οπτασία, είναι πραγματικότητα. Ναι, υπάρχει ένα minimum προσιτό στους περισσότερους. Αρκεί όμως; Αξίζει τάχα να «ναρκισσευόμαστε» γιατί είμαστε κοινωνοί στο ελάχιστο που εν τέλει, για τον πολιτισμένο και προνομιούχο κόσμο στον οποίο κοκορευόμαστε ότι ανήκουμε, καταντάει κι αυτονόητο; Αξίζει να στεκόμαστε ή μήπως πρέπει να πάμε παραπέρα γιατί χασομεράμε; Πέρα από το τζάμι υπάρχει ένας ολόκληρος άλλος κόσμος...
Για να γίνω πιο συγκεκριμένος, επανερχόμενος στον συλλογισμό μου: πόσο οδυνηρό για την αληθινά ανθρώπινη δημιουργία να είναι τελικά το γεγονός, σε μια κοινωνία όπου όλα τίθενται αδόκιμα «υπό δημοσίευση», ακόμα και οι άνθρωποι -πρωτίστως οι άνθρωποι!- την ίδια στιγμή, αμίλητοι, σιωπηλοί, αταίριαστοι να στέκουν δίπλα μας οι "ανέκφραστοι". Αυτοί που μάλλον δεν θα "σκοτωθούν" ποτέ να μιλήσουν σε μια συγκέντρωση, σε μία διάλεξη, σε μία συνεστίαση, σε μία μάζωξη, ίσως και σε μία ομήγυρη, αυτοί που πιθανόν ποτέ δεν θα σε διακόψουν βίαια, δεν θα μονοπωλήσουν, δεν θα "σπεκουλάρουν", δεν θα υποσκάψουν κι αν κάπου τα λένε όλα και τα λένε σκληρά αυτός είναι ο εαυτός τους. Οι ανέκφραστοι που για την κοινωνία αποτελούν τους παρόντες-απόντες, τους γνωστούς-άγνωστους, τους αδιάφορους, τους ιδιότροπους, τους ΔΞ/ΔΑ, τους αφελείς, τους μουλωχτούς, τους μονόχνωτους. Οι ανέκφραστοι που δεν χωράνε στο μικρά πανηγυράκια βιτρίνας που πλέον στήνονται παντού και σε κάθε ευκαιρία, από τις απλές παρέες, έως τις σύνθετες και οιονεί, όπως πχ είναι τα κόμματα. Οι ανέκφραστοι που ως "μέσο αμύνης" κρατούν μόνο την απραξία της σιωπής τους, τα αποσιωποιητικά τους. Που θα μπορούσαν όλοι αυτοί να είναι πράγματι μια διαφορετική κοινωνία από μόνοι τους, ίσως πιο ανθρώπινη, με τα δικά της τελείως διαφορετικά χαρακτηριστικά, τον σεβασμό στην ελευθερία τους, τις συνήθειες τους και προπάντων τα όνειρα τους.
Διότι εν τέλει το αξιοπρεπές είναι να μην βγάζεις τα όνειρα σου στο παγκάρι και να μην κάνεις πλιάτσικο με τις ιδέες σου. Και ως γνωστόν, όταν κάτι κλειδώνεις στο ντουλάπι, κερδίζεις σίγουρα, πρώτον, ότι το διατηρείς άφθαρτο και, δεύτερον, ότι αποκτά την αξία που του αρμόζει στο πέρας του χρόνου. Το τίμημα είναι βέβαια ότι ίσως έτσι μείνει πάντα αφανές, αλλά φευ...
Πες πως δεν τους έκανες την χάρη.
Κι αν δεν μιλήσω κι αν τίποτα δεν πω, μην με παρεξηγήσεις
Μου έδωσες φτερά για να πετώ, γεμάτα εξηγήσεις
Που βάρυναν με τον καιρό και τώρα,
Αποδημώ, στο κλίμα μου το τροπικό, στην χώρα
που σύνορα γκρεμίζουνε, μέρα την μέρα
αέρινες σιωπές, δυο νότες βιαστικές σαν δυο ζωές
και μάτια που δε νοιάζονται
αν σήμερα ή χτες, τους είπαν,
πως τα χρειάζονται.
(*) Σε όσους που, παρά την ανάγκη, μένουν άνθρωποι.