www.nygma.gr - ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ (Ακαδημαϊκά)
Οι συνεχιζόμενες κινητοποιήσεις των φοιτητών των ΑΕΙ και των ΤΕΙ, η αντιπαράθεση επί της βιτρίνας των κομμάτων στη Βουλή, καθώς και η έντονη αντιπαλότητα των καθηγητών ΑΕΙ και ΤΕΙ κατορθώνουν να κρατούν τον τελευταίο μήνα στη δημοσιότητα το θέμα της ανωτατοποίησης των ΤΕΙ. Καλώς μεν, γιατί το θέμα είναι κρίσιμο και έχει ανάγκη από ευρύ κοινωνικό διάλογο και συναίνεση, κατά την ταπεινή μου γνώμη όμως για τελείως λανθασμένο λόγο. Η κεντρική ιδέα της ‘αναβάθμισης’ που προτείνει η κυβέρνηση αφορά στη de facto ανωτατοποίηση του βασικού διπλώματος των ΤΕΙ, ώστε αυτό να είναι τύποις ισότιμο με αυτό των ΑΕΙ. Η ιδέα αυτή υποστηρίζεται και από τις επιταγές της Ευρώπης για ενιαία διπλώματα σπουδών (και όχι μόνο) στα κράτη-μέλη της. Η κεντρική ιδέα της αντιπολίτευσης, όπως τουλάχιστον εμφανίζεται στα τηλεοπτικά μέσα και στον τύπο, βασίζεται στην απλή αρχή της αξιολόγησης προ της αναβάθμισης. Ταυτόχρονα, η αντιμετώπιση των καθηγητών των ΑΕΙ (όπως εκφράζεται από τους πρυτάνεις στα μέσα ενημέρωσης) συγκεντρώνεται στη θέση της αντιπολίτευσης, τονίζοντας παράλληλα με έμφαση ότι την αξιολόγηση θα πρέπει να πραγματοποιήσουν πανεπιστημιακοί (δηλ. οι ίδιοι). Οι καθηγητές των ΤΕΙ από την πλευρά τους φαίνονται να χαίρονται με τις ρυθμίσεις της κυβερνήσεως, αντιδρώντας στα σημεία, πολύ περισσότερο δε σε επικείμενη αξιολόγηση από πανεπιστημιακούς. Τα πράγματα περιπλέκονται φθάνοντας στους ίδιους τους φοιτητές οι οποίοι είναι σε γενικές γραμμές αρνητικοί ή αδιάφοροι στη ρύθμιση αυτή. Εμφανίζονται μάλιστα φαινόμενα τραγελαφικά, όπως το να υπερψηφίζονται καταλήψεις ιδρυμάτων ταυτόχρονα από τις δυνάμεις της ΔΑΠ και των ΕΑΑΚ, με αξιοθαύμαστη ομοφωνία και ομοψυχία και με διαμετρικά αντίθετα αιτήματα. Αυτό το μήνα λοιπόν (και βλέπουμε) δεκάδες χιλιάδες συμπολίτες μας, από τους παραπάνω χώρους, δραστηριοποιούνται και κινητοποιούνται. Η θαυμάσια όμως αυτή κοινωνική κινητικότητα ευχής έργον θα ήταν να συγκεντρώνεται στο πραγματικό πρόβλημα και όχι σε ρυθμίσεις ηθικολογικού ή συντεχνιακού χαρακτήρα, αντιμετώπιση που είναι συνήθης (τουλάχιστον) στην Ελλάδα. Στόχος του γράφοντος δεν είναι η πραγματοποίηση μίας εκτενούς μελέτης στο ζήτημα (κάτι που είναι μακριά από την όρεξή του και κυρίως από τις δυνατότητές του), αλλά η παράθεση μερικών παρατηρήσεων-αντιρρήσεων που είναι τουλάχιστον προφανείς. Καθηγητές ΤΕΙ Οι αγαπητοί καθηγητές των ΤΕΙ ασχολούνται κυρίως με δύο ζητήματα. Το ένα είναι το προφανές (γι’αυτούς), δηλαδή το κατά πόσον θα γίνουν τα ΤΕΙ ισότιμα με τα ΑΕΙ. Κατά το ρητόν του και η πίτα ολάκερη και ο σκύλος χορτάτος, ασχολούνται παράλληλα με το θέμα της διατήρησης των εδρών τους, τη συμμετοχή στη νέα μισθολογική κλίμακα και τα συναφή. Στα τηλεοπτικά μέσα δεν δίστασαν μάλιστα να παρατηρήσουν ότι τα ΤΕΙ έχουν σήμερα πολύ υψηλό επίπεδο, συγκρίσιμο με αυτό των ΑΕΙ. Καθένας καταλαβαίνει ότι είναι πολύ σκληρό για έναν άνθρωπο που έκανε μία δουλειά για δεκαετίες να διαπιστώνει ότι είναι πλέον ακατάλληλος για τη θέση του, είτε γιατί τον ξεπέρασαν οι απαιτήσεις είτε γιατί υπάρχουν σαφώς καταλληλότεροι από αυτόν. Στατιστικά, είναι βέβαιο ότι ένας σχετικά νέος καθηγητής, κάτοχος διδακτορικού διπλώματος, θα ωφελήσει πολύ περισσότερο τους φοιτητές του σε σύγκριση με έναν ηλικιωμένο έμπειρο καθηγητή κάτοχο βασικού διπλώματος ΤΕΙ. Δύσκολα επίσης μπορώ να εξηγήσω πώς κάποιος που εκπαιδεύει νέους ανθρώπους, δεν είχε την ευαισθησία εντωμεταξύ να εκπαιδεύσει τον εαυτό του, μέσω τουλάχιστον (και δεν είναι παρά το λιγότερο σε μία εποχή καλπάζουσας τεχνολογίας) των τυπικών γνώσεων ενός διδακτορικού τίτλου, έστω ενός μεταπτυχιακού προγράμματος. Δεν ξέρω εάν θα ήταν μεγαλοψυχία να παραιτηθεί της θέσης του, ώστε οι μαθητές του να αποκτήσουν έναν καταλληλότερο διδάσκοντα. Η δεύτερη ευκαιρία που δίνεται από το Υπουργείο Παιδείας, με εκ των υστέρων απόκτηση μεταπτυχιακού διπλώματος, νομίζω είναι υπερβολική, μπορεί κανείς να τη δεχθεί όμως ως μία ανθρωπιστική ρύθμιση. Ταυτόχρονα, όποιος υποστηρίζει ότι πρέπει να πραγματοποιηθεί ανωτατοποίηση των ΤΕΙ ως επιβράβευση για την επιτυχή τους πορεία τα τελευταία χρόνια, τότε μάλλον δεν ζει σε αυτή τη χώρα. Εκ των πραγμάτων, σήμερα τα περισσότερα ΤΕΙ έχουν τα ελλιπέστερα προγράμματα σπουδών (με ευθύνη κυρίως των καθηγητών τους), τους πιο αδύνατους φοιτητές (με ευθύνη του συστήματος των πανελληνίων, της πολιτείας και της κοινωνίας), τις χειρότερες εγκαταστάσεις και υποδομή (με ευθύνη της πολιτείας). Ας είμαστε ρεαλιστές για να βελτιωθούμε στο αύριο. Καθηγητές ΑΕΙ Οι επίσης αγαπητοί καθηγητές των ΑΕΙ προβάλλουν τις αντιρρήσεις τους στην επικείμενη ανωτατοποίηση των ΤΕΙ με το μότο ‘δεν μπορεί να συγκριθεί σήμερα το επίπεδο των ΤΕΙ με το επίπεδο των ΑΕΙ’. Καθένας ώριμος πολίτης της χώρας αυτής καταλαβαίνει ότι οι διαπιστώσεις αυτού του τύπου δεν αρμόζουν σε ανθρώπους του πανεπιστημιακού μας τομέα. Καταρχάς, η λογική της ισοπέδωσης του στυλ ‘τα ΑΕΙ’ και ‘τα ΤΕΙ’ ταιριάζει μάλλον σε ρατσιστικές αντιλήψεις του επιπέδου ‘οι καλοί’ και ‘οι κακοί’. Όλα αυτά τα χρόνια υπήρχε η εντύπωση ότι οι φοιτητές των ΤΕΙ προορίζοται να καλύψουν άλλες θέσεις στην παραγωγή και όχι κατώτερες θέσεις στην παραγωγή (φρονώ ότι υπάρχει διαφορά). Με αυτό το σκεπτικό, εάν όλα αυτά τα χρόνια το επίπεδο κάποιων ΤΕΙ ήταν χαμηλό, τότε εμφανίζονταν απόφοιτοι στην αγορά, οι οποίοι ήταν ακατάλληλοι. Αυτό το σοβαρό πρόβλημα θα έπρεπε να είχαν εντοπίσει οι καλοί μας πανεπιστημιακοί, ιδιαίτερα οι κατέχοντες υψηλές θέσεις, που συχνά αναλαμβάνουν συμβουλευτικούς ρόλους σε θέματα παιδείας. Δεν θα ήθελα βεβαίως να φτάσω στο σημείο να υποστηρίξω την άποψη που λέει ότι το κακό χάλι κάποιων ΤΕΙ μάλλον αποτέλεσε τρικ για την επικάλυψή τους από άλλα ΤΕΙ ή ΑΕΙ, ή ακόμη και για να καλύψει την ανεπάρκεια των συγγενών ΤΕΙ ή ΑΕΙ. Για να πάρουμε ένα ενδεικτικό παράδειγμα συμπεριφοράς πανεπιστημιακού, τον αγαπητό κ. Ξανθόπουλο, πρύτανη ΕΜΠ, τον είδαμε να οδύρεται για το επίπεδο των ΤΕΙ και να παραιτείται σε ένδειξη διαμαρτυρίας και σε κάθε ευκαιρία να εξυμνεί το ρόλο του ΕΜΠ στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Φρονώ ότι εάν ο ρόλος των πανεπιστημιακών του επιπέδου του κ. Ξανθόπουλου είναι να διαφημίζει το ΕΜΠ και να υποστηρίζει τα επαγγελματικά δικαιώματα των αποφοίτων του, τότε θα έπρεπε τουλάχιστον να πληρώνεται λιγότερο από μερικά εκατομμύρια μισθό κάθε μήνα. Από ανθρώπους με τέτοιο κύρος στην κοινωνία και τέτοιες απολαβές από το κράτος, ο πολίτης αναμένει μία πιο παραγωγική και υπεύθυνη συμπεριφορά. Μέσω των εκπροσώπων τους οι καθηγητές των ΑΕΙ υποστηρίζουν ότι πρέπει να πραγματοποιηθεί πρότερη αξιολόγηση των ΤΕΙ από πανεπιστημιακούς. Στο ζήτημα της αξιολόγησης δεν νομίζω ότι αντιτίθεται κανένας, συζητήσιμος είναι ο τρόπος με τον οποίο θα πραγματοποιηθεί (και τον οποίο θα αγγίξουμε λίγο παρακάτω). Μερικά επίκαιρα ερωτηματικά εγείρονται όμως για (α) το γιατί τα ΑΕΙ δεν χρήζουν αξιολόγησης, (β) το γιατί υπάρχουν ΑΕΙ διαφορετικών ταχυτήτων, (γ) το γιατί η κυβέρνηση δεν έχει υλοποιήσει μηχανισμούς αξιολόγησης χρόνια τώρα για όλα τα εκπαιδευτικά ιδρύματα και εάν το έχει κάνει γιατί δεν πραγματοποιείται αξιολόγηση επί της ουσίας. Αξιολόγηση Θέμα αξιολόγησης των ΤΕΙ νομίζω ότι δεν υπάρχει. Υπάρχει θέμα αξιολόγησης της ανώτερης και ανώτατης εκπαίδευσης και εάν κάποιος θέλει να κατηγορήσει την κυβέρνηση για ‘υποβάθμιση’ της παιδείας, ας την κατηγορήσει πρώτα γι’αυτό. Ευχαριστημένοι από το επίπεδο των σπουδών τους στα ΑΕΙ, εάν κάνουμε ένα γκάλοπ σήμερα, είναι βασικά αυτοί που προσπάθησαν πολύ για να μπουν και να βγουν από τα πανεπιστήμια, αφού είναι κοινός τόπος ότι οι εποχές που το 10 άνηκε στο θεό έχουν παρέλθει. Επιπλέον, είναι αλήθεια ότι οι απόφοιτοι των πανεπιστημίων μετά από (αλίμονο) 4 και 5 χρόνια σπουδών είναι εντελώς ανέτοιμοι για την αγορά. Σωρός από αλήθειες ακολουθούν, με τους φοιτητές να διαβάζουν κανονικά λιγότερο από 3 μήνες το χρόνο, να έχουν σημαντικότερα εφόδια από τα 3 χρόνια στο λύκειο από όσα στα 4 ή 5 του πανεπιστημίου, να υπολείπονται βασικών γνώσεων ενώ κατέχουν φανταχτερά διπλώματα. Στατιστικές υποδεικνύουν ότι η Ελλάδα παρουσιάζει παγκοσμίως ιδιαίτερα υψηλό επίπεδο αποφοίτων λυκείο, ενώ όχι ανάλογα υψηλό επίπεδο αποφοίτων πανεπιστημίου. Τα παραπάνω υποδεικνύουν σήμερα ότι κάτι δεν πάει καλά στην ανώτατη και στην ανώτερη εκπαίδευση και η κρίση είναι κατά τη γνώμη μου πολύ μεγαλύτερη από την κρίση στη δευτεροβάθμια. Χρειάζεται λοιπόν αξιολόγηση σε όλους τους τομείς της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης όχι για να πέσουν κεφάλια, στο στυλ του αποδιοπομπαίου τράγου, που είναι πολύ χαρακτηριστικό γνώρισμα της ελληνικής νοοτροπίας, αλλά για να βελτιώσουμε την κατάσταση. Πρώτα από όλα απαιτείται αξιολόγηση διδασκόντων και το καθεστώς προστατευτισμού για τους καθηγητές πανεπιστημίων θα πρέπει σήμερα να εκλείψει, αφού δυσμενή μετάθεση δεν θα πάρουν για τις πολιτικές τους πεποιθήσεις. Αντιθέτως, το πιο πιθανό είναι να συνεχίσουν να παίρνουν τον παχυλό τους μισθό προσφέροντας κακές υπηρεσίες (λόγω έλλειψης γνώσεων, μεγάλης ηλικίας, οκνηρίας ή μειωμένης προσπάθειας). Όταν κάποτε στο ΕΜΠ μοιράστηκαν ερωτηματολόγια για το πώς κρίνουν οι φοιτητές τους διδάσκοντες (ήταν προς τιμήν της η ΔΑΠ που πήρε την πρωτοβουλία), με χαρά ανταποκρίθηκε το σύνολο των φοιτητών. Επισήμως αποτελέσματα δεν έφθασαν ποτέ στο φως και το εγχείρημα δεν επαναλήφθηκε, για προφανείς λόγους. Ξεχνώντας λίγο τα συντεχνιακά τους συμφέροντα και προτάσσοντας το υψηλό τους επίπεδο, για το οποίο η κοινωνία τους έδωσε τις θέσεις αυτές, θα πρέπει οι καθηγητές σε ΑΕΙ και ΤΕΙ ανεξαιρέτως να ζητήσουν την αξιολόγησή τους και μάλιστα να επιζητήσουν μία διαδικασία τακτικής αξιολόγησης, ώστε να μην επαναπαύονται. Καλό θα κάνει και σε αυτούς και στη δημόσια εκπαίδευση. Πρέπει επίσης να αξιολογηθούν τα προγράμματα σπουδών. Φοβούμαι ότι εάν κάποιος αναλύσει το πρόγραμμα σπουδών του πρώτου σε προτίμηση ΑΕΙ της τέως Α δέσμης, του Τμήματος Ηλ/γων Μηχ/κων και Μηχ/κών Η/Υ του ΕΜΠ, θα πέσει σε βαθιά απογοήτευση. Πέραν του ότι δεν υπάρχει καμία συνέχεια μεταξύ συγγενών μαθημάτων (ας μη μιλήσουμε για συνέχεια με τις γνώσεις του λυκείου), του ότι οι γνώσεις που παρέχονται είναι ως επί το πλείστον εγκυκλοπαιδικού χαρακτήρα και του ότι τα εργαστηριακά μαθήματα φαίνονται να ακολουθούν τον κύκλο των κρατικών και λοιπών επιδοτήσεων, θα έλεγε κανείς ότι ουσιαστικά σε 5 έτη σπουδών αγγίζονται επιδερμικά μερικές δεκάδες γνωστικά αντικείμενα. Αξιολόγηση επιβάλλεται παράλληλα σε συγγράμματα, κτιριακή υποδομή, παρεχόμενες διοικητικές υπηρεσίες, δομές οργάνωσης της φοιτητικής κοινότητας, ποιότητα παροχών στους οικονομικά αδύνατους κ.λπ. Αναρωτιέμαι, με δεδομένη την εμπειρία χρόνων του ΕΜΠ, πώς μπορεί να οδύρεται ο πρύτανής του ότι πρέπει να αξιολογηθούν τα ΤΕΙ και μάλιστα από τα ΑΕΙ και δεν προτάσσει υπεύθυνα την αξιολόγηση όλων των ιδρυμάτων σε τακτική βάση. Οι φοιτητές ΑΕΙ και ΤΕΙ Είναι πολύ λίγοι φοβούμαι εκείνοι οι φοιτητές που έχουν καταλάβει το μέγεθος του προβλήματος στην ανώτερη και ανώτατη εκπαίδευση. Και είναι ακόμη λιγότεροι αυτοί που καταλαβαίνουν ότι το πρώτο θέμα που θα έπρεπε να τους απασχολεί δεν είναι η κατοχύρωση των συντεχνιακών τους δικαιωμάτων. Φοβούμαι ακόμη ότι η στάση των φοιτητικών παρατάξεων, πιστό αντίγραφο αυτής των αντίστοιχων κομμάτων, δεν μπορεί παρά να αποπροσανατολίζει φωνασκώντας σπασμωδικά τους ήδη μπερδεμένους και ανήσυχους για το παρόν και το μέλλον φοιτητές. Δεν νομίζω πάντως ότι ζητάει κανείς πολλά από ανθρώπους που έχουν πλέον και το δικαίωμα να ψηφίζουν, να ασχολούνται τουλάχιστον με τα θέματα που τους αφορούν και να αναπτύσσουν μία στάση υγιή για τους εαυτούς τους και την κοινωνία. Σε μία εποχή που οι οικονομικοκοινωνική εξέλιξη είναι ραγδαία, περιμένουμε και από τους φοιτητές κάτι παραπάνω από ένα επαναληπτικό μπερδεμένο ‘όχι στο νέο νομοσχέδιο’. Συμπέρασμα Όπως αναφέρθηκε και στην αρχή, σίγουρα ο υπογράφων δεν είναι ο καταλληλότερος για να σκιαγραφήσει τη λύση στο φαινομενικό αδιέξοδο. Δεν θα μπορούσε όμως να αποφύγει ένα ‘δια ταύτα’. Η κυβέρνηση και στο θέμα της ανώτατης και ανώτερης εκπαίδευσης δεν ξέφυγε πολύ από το μοτίβο του ρίχνω ιδέες στο τραπέζι και περιμένω αντιδράσεις. Δεν μπορεί βεβαίως κανείς να πει ότι η αντίδραση των συνομιλητών της ήταν/είναι υψηλότερου επιπέδου. Η τυπική λύση στο πρόβλημα είναι μάλλον απλή. Τα ΤΕΙ μπορούν τύποις να ανωτατοποιηθούν, διατηρώντας όμως στην ουσία τη θέση που είχαν και πριν στον ιστό της εκπαίδευσης – δηλαδή καλύπτοντας συγκεκριμένα γνωστικά αντικείμενα και ειδικότητες, διαφορετικά από αυτά των ΑΕΙ (διαφορετικά και όχι κατώτερα). Παράλληλα, η ουσιαστική λύση στο πρόβλημα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης είναι ο ορισμός σοβαρών και διαρκών μηχανισμών αξιολόγησης, σύμφωνα και με τα όσα αναλύθηκαν παραπάνω. Προς τη σωστή κατεύθυνση θα ήταν και μία διαρκής διαδικασία μελέτης της ανακατανομής των γνωστικών αντικειμένων και των αντίστοιχων επαγγελματικών δικαιωμάτων. Αναγκαία σε όλα τα παραπάνω είναι η παραγωγική συμμετοχή των καθηγητών και των φοιτητών των ΑΕΙ και ΤΕΙ. Στόχος της συμμετοχής αυτής θα πρέπει επιτέλους να είναι η σχεδίαση μίας εθνικής στρατηγικής στο χώρο της εκπαίδευσης και όχι η ευκαιριακή αντιμετώπιση των καταστάσεων με σκοπιμότητα προς όφελος μικροσυμφερόντων.
|
Το άρθρο αυτό βρίσκεται δημοσιευμένο στην Πύλη www.nygma.gr
στη διεύθυνση http://www.nygma.gr/mag/articles/Article.asp?ac_id=13&ar_id=452