ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Απροετοίμαστους βρήκε εμάς τους φοιτητές η προσπάθεια που γίνεται από μέρους του Υπουργείου Παιδείας για αναβάθμιση τόσο του προγράμματος σπουδών και συγγραμμάτων όσο και για την εισαγωγή πρακτικής άσκησης στα τεχνολογικά ΑΕΙ. Και αυτήν τη φορά δεν πρόκειται για μια υποθετική αναφορά στα φλέγοντα αυτά ζητήματα, αλλά για μια πραγματική, πειραματική προσπάθεια που υποστηρίζεται από κοινοτικά κονδύλια και εποπτεύεται από το ίδιο το Υπουργείο Παιδείας, απ'όσα μπορούμε να γνωρίζουμε. Οι επιμέρους αυτές ενέργειες αποτελούν μέρος μιας γενικότερης κίνησης προς τη βελτίωση της ποιότητας της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Η κίνηση αυτή είναι γνωστή ως Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Εκπαίδευσης και Αρχικής Επαγγελματικής Κατάρτισης (ΕΠΕΑΕΚ) και το συγκεκριμένο αντικείμενο στο οποίο αναφερόμαστε είναι το τρίτο από τα προγραμματισμένα υποπρογράμματα. Πρόκειται για μία καταρχάς καλοπροαίρετη ενέργεια, η οποία ωστόσο εμφανίζει άλλες φορές ασαφή και άλλες αδύνατα σημεία.
 
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΣΠΟΥΔΩΝ - ΣΥΓΓΡΑΜΜΑΤΑ
Γενική περιγραφή
Σύμφωνα με τη λογική της ενέργειας, η διαμόρφωση των προγραμμάτων σπουδών θα’πρεπε να είναι μια συνεχής διαδικασία που παρακολουθεί τις διεθνείς επιστημονικές και τεχνολογικές εξελίξεις και προσαρμόζεται ανάλογα. Εξάλλου, θα πρέπει να διερευνώνται παράλληλα οι ανάγκες τόσο της αγοράς όσο και της κοινωνίας, και να αντικατοπτρίζονται στον τρόπο διδασκαλίας και στην ουσία αυτής.
Η διαμόρφωση σπουδών, κατ’αυτήν την έννοια, περιλαμβάνει τη μορφοποίηση κατευθύνσεων που υπακούουν τους προαναφερθέντες κανόνες, την ανανέωση του διδακτικού υλικού, τον εκσυγχρονισμό του τρόπου διδασκαλίας, καθώς και την εισαγωγή σύγχρονων εκπαιδευτικών τεχνολογιών. Έτσι, η ενέργεια αυτή θα χρηματοδοτήσει ιδρύματα και τμήματα που σχετίζονται με τις πιο πάνω ανάγκες.
Ωστόσο, το πλαίσιο βελτίωσης χαρακτηρίζεται από γενικότητα και απουσία πλήρως καθορισμένων στόχων προς την επιθυμητή κατεύθυνση. Για το λόγο αυτό έχει ξεκινήσει διάλογος του Υπουργείου με το διδακτικό προσωπικό -με τη μορφή έντυπης υποβολής προτάσεων- που σκοπό έχει να διερευνήσει τις ακριβείς ανάγκες της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης σε αυτόν τον τομέα. Παράλληλα, επιζητάται όσο το δυνατόν μεγαλύτερη σύνδεση των προτεινόμενων δράσεων με εκείνες που αφορούν στις ενέργειες πρακτικής άσκησης.
Κατευθύνσεις
Ο βασικός στόχος είναι η βελτίωση της αποτελεσματικότητας της εκπαιδευτικής διαδικασίας, ενώ πρότυπα αποτελούν επιτυχημένες πρακτικές που εφαρμόζονται σε χώρες του εξωτερικού. Τα προτεινόμενα έργα που θα θεωρηθούν ότι οδηγούν τις προπτυχιακές σπουδές σε επίπεδο παγκοσμίως αποδεκτό ως άριστο, είναι αυτά που θα χρηματοδοτηθούν από το ΕΠΕΑΕΚ. Τα χρηματοδοτούμενα έργα όμως θα είναι περιορισμένα, μιας και η ενέργεια έχει πειραματικό χαρακτήρα. Οι επιτυχημένες εκβάσεις του προγράμματος θα αποτελέσουν στο μέλλον υποδείγματα που θα ληφθούν υπόψη στον περαιτέρω σχεδιασμό της πολιτικής του Υπουργείου Παιδείας.
Τα εργαλεία μέσω των οποίων θα επιτευχθεί ο κύριος στόχος είναι η εισαγωγή σύγχρονων διδακτικών πρακτικών, όπως η πρόσβαση σε βάσεις πληροφοριών, τα πολυμέσα, η προσομοίωση, οι διαλέξεις εξωτερικών συνεργατών, η πολλαπλή βιβλιογραφία και το πολλαπλό σύγγραμμα. Οι τομείς προτεραιότητας που έχουν άμεση σχέση με την ανάπτυξη της χώρας είναι αυτοί που θα υποστηριχθούν, και είναι οι ακόλουθοι:
- Τεχνολογίας
- Γεωπονίας
- Οικονομικής, διοίκησης επιχειρήσεων και δημόσιας διοίκησης, περιφερειακής ανάπτυξης
- Ευρωπαϊκών και διεθνών σπουδών
- Παιδαγωγικής επιστήμης
Δεν αποκλείονται άλλοι τομείς, εφόσον οι προτάσεις τους είναι υψηλής ποιότητας και δεν υπερβαίνεται ο διαθέσιμος προϋπολογισμός.
Δικαιούχοι
Δικαίωμα υποβολής πρότασης έχουν ιδρύματα ή τμήματα ιδρυμάτων που παρέχουν κάποιο νόμιμο τίτλο σπουδών. Δεν αποκλείεται συμμετοχή γενικού τμήματος σε πρόταση που υποβάλλεται από τμήμα που έχει δικαίωμα χορήγησης τίτλου σπουδών. Επίσης δεν αποκλείονται διαπανεπιστημιακές ή διατμηματικές συνεργασίες.
Διάρκεια - Προϋπολογισμός έργου
Η ημερομηνία έναρξης είναι εκείνη κατά την οποία το ενδιαφερόμενο ίδρυμα δηλώνει στο πλαίσιο του ΕΠΕΑΕΚ το αναλυτικό προτεινόμενο έργο, μετά την 1η Ιανουαρίου 1995. Η ημερομηνία λήξης μπορεί να είναι μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 1999. Ο συνολικός προϋπολογισμός της ενέργειας είναι 15 δισεκατομμύρια δρχ., ενώ το κάθε έργο δεν μπορεί να ξεπερνά τις δαπάνες των 300 εκατ.δρχ. Εξαίρεση αποτελεί η περίπτωση διατμηματικών συνεργασιών, όπου οι δαπάνες είναι δυνατόν να φθάσουν τα 450 εκατ. δρχ.
Περιεχόμενο προτάσεων
Είναι αναγκαίο οι προτάσεις ιδρυμάτων να περιέχουν συγκεκριμένα στοιχεία που σχετίζονται με τη δημιουργία βιβλιοστασίου και δανειστικής μονάδας, την παροχή ενισχύσεων προς φοιτητές/σπουδαστές για την αγορά επιπρόσθετων συγγραμμάτων με τη μορφή βιβλιοκάρτας ή άλλου αξιόπιστου προτεινόμενου μηχανισμού, την ενίσχυση (δια-)πανεπιστημιακών εκδόσεων, και τη λειτουργία ηλεκτρονικής τράπεζας εκπαιδευτικού υλικού.
Οι προτάσεις τμημάτων θα πρέπει επίσης να θίγουν τα θέματα:
(α) του σχεδιασμού του προγράμματος σπουδών, δηλαδή της αξιολόγησης της τωρινής κατάστασης και της αναζήτησης καλύτερου προγράμματος και νέων κατευθύνσεων υπό το πρίσμα των αναγκών της οικονομίας και της κοινωνίας.
(β) του εμπλουτισμού του διδακτικού υλικού με πολλαπλή βιβλιογραφία, μετάφραση ξένων ή συγγραφή νέων συγγραμμάτων, χρήση σύγχρονων τρόπων διδασκαλίας και σύναψη συμφωνιών με άλλα (ιδίως ξένα) ιδρύματα για συνεχή αλληλοενημέρωση και συνεργασία.
(γ) της δοκιμαστικής εφαρμογής και αξιολόγησης του νέου προγράμματος σπουδών που θα περιλαμβάνει διαλέξεις από εξωτερικούς συνεργάτες, οργάνωση φροντιστηριακής διδασκαλίας με τη συνεργασία μεταπτυχιακών ή τελειόφοιτων φοιτητών/σπουδαστών, επισκέψεις σε χώρους επαγγελματικής άσκησης και οργάνωση της αξιολόγησης του αναμορφωμένου προγράμματος από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες και φοιτητές/σπουδαστές.
Κατά την αξιολόγηση σημειώνεται ότι είναι επιθυμητή η χρησιμοποίηση αναγνωρισμένων μεθόδων.
Υποβολή προτάσεων
Οι προτάσεις κατατίθενται με μια τυποποιημένη μορφή που διανέμει το Υπουργείο, η οποία διευκολύνει τη συγκριτική αξιολόγηση των λαμβανόμενων από το Υπουργείο προτάσεων. Οι προτάσεις για το συγκεκριμένο υποπρόγραμμα πρέπει να υποβληθούν το αργότερο μέχρι την 8η Ιανουαρίου 1997, ώρα 14.00, στη Διεύθυνση Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης του Υπ. Παιδείας.
Αξιολόγηση προτάσεων
Η αξιολόγηση θα πραγματοποιηθεί από σώμα ανεξάρτητων κριτών και επιτροπών εμπειρογνωμόνων, το οποίο θα παραμείνει μυστικό κατά τη διάρκεια της αξιολόγησης. Μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων μπορεί να γνωστοποιηθούν τα ονόματα των κριτών.
Τα κριτήρια βάσει των οποίων θα κριθούν οι προτάσεις καθώς και οι συντελεστές βαρύτητας του κάθε κριτηρίου φαίνονται ακολούθως:
- Καταλληλότητα και επάρκεια της υπάρχουσας στελέχωσης και υποδομής (25%). Σε αυτήν την περίπτωση παίζουν ρόλο το επιστημονικό κύρος τόσο των μελών ΔΕΠ όσο και των εξωτερικών συνεργατών, η υπάρχουσα κτιριακή υποδομή και η διοικητική και τεχνική υποστήριξη που θα παρέχει το ίδρυμα.
- Αξιοπιστία της πρότασης και συνοχή των επιμέρους στοιχείων της (35%). Αξιολογούνται η καταλληλότητα μεθοδολογίας που προτείνεται και η αιτιολόγηση της βιωσιμότητας της πρότασης μετά το τέλος της χρηματοδότησης.
- Βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος (10%).
- Συνεισφορά του προγράμματος στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της Ελλάδας (30%). Εδώ να υποστηριχθεί η σύνδεση της προτεινόμενης πρότασης με τις τωρινές και μελλοντικές ανάγκες της οικονομίας, καθώς και με την τεκμηριωμένα προκύπτουσα αναβάθμιση ποιότητας ζωής.
Θα δοθεί προτεραιότητα σε τμήματα της περιφέρειας (Αιγαίο, Ιόνιο, Αν.Μακεδονία, Θράκη, Ήπειρος), όπου θα διατεθεί τουλάχιστον το 20% του συνολικού προϋπολογισμού. Επίσης, τουλάχιστον το 25% θα διατεθεί για προτάσεις προερχόμενες από τα ΤΕΙ της χώρας.
Η ενδεχόμενη σύμβαση με κάποιο ίδρυμα ορίζει έναν συντονιστή που είναι υπεύθυνος για το έργο. Σε περίπτωση αποκλίσεων από το συμφωνηθέν πρόγραμμα, το Υπουργείο - που παρακολουθεί την εξέλιξη του έργου - είναι δυνατόν να ζητήσει την επιστροφή των χρηματοδοτήσεων.
ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΑΣΚΗΣΗ ΦΟΙΤΗΤΩΝ/ΣΠΟΥΔΑΣΤΩΝ ΑΕΙ/ΤΕΙ
Σημείωση: Σε αυτό το μέρος της ενέργειας, η συλλογιστική συμπίπτει με αυτή που αναπτύχθηκε παραπάνω, γι'αυτό και παραλείπουμε τα ευκόλως εννοούμενα.
Περιγραφή
Καταρχάς, η ενέργεια αποβλέπει στη βελτίωση των συνθηκών εκτέλεσης της πρακτικής άσκησης στα ιδρύματα και τμήματα που ήδη εφαρμόζεται. Κατ'επέκτασιν αποβλέπει στη διεύρυνση της εφαρμογής του θεσμού σε άλλα τμήματα. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι στον κανονισμό του προγράμματος αναφέρεται ότι το Πρόγραμμα έχει ως κεντρικό σκοπό την οικονομική ανάπτυξη της χώρας.
Σύμφωνα με τον κανονισμό του προγράμματος, η πρακτική άσκηση θεωρείται απαραίτητο στοιχείο των προγραμμάτων σπουδών πολλών κατευθύνσεων, ιδιαίτερα εκείνων που οδηγούν σε επαγγελματικές εξειδικεύσεις. Σε ορισμένες χώρες, η πρακτική άσκηση καθορισμένης διάρκειας θεωρείται προϋπόθεση για την πρώτη εγγραφή σε πανεπιστημιακά ιδρύματα τεχνολογικής κατεύθυνσης. Στην Ελλάδα η πρακτική άσκηση έχει ενταχθεί με υποχρεωτικό χαρακτήρα στα ΤΕΙ και με υποχρεωτικό ή προαιρετικό χαρακτήρα στα προγράμματα σπουδών των ΑΕΙ.
Στο παρελθόν ο ΟΑΕΔ (Οργανισμός Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού) έχει διαθέσει σημαντικά κονδύλια για να καλύψει μέρος των δαπανών των επιχειρήσεων για την απασχόληση σπουδαστών. Επίσης, οι προϋπολογισμοί του Υπουργείου Παιδείας και των ΤΕΙ έχουν καλύψει δαπάνες πρακτικής άσκησης. Το ΕΠΕΑΕΚ στις 8.5.1996 προέβλεψε το ποσό των 7 δισεκατομμυρίων δραχμών για την χρηματοδότηση αντίστοιχων έργων, από τα οποία περίπου 2 δις έχουν δεσμευτεί στο παρελθόν. Κατά συνέπεια υπολείπονται 5 δις για να απορροφηθούν από τα ΑΕΙ και ΤΕΙ που θα υποβάλλουν προτάσεις με βάση τον παρόντα κανονισμό και την προκήρυξη.
Υποβολή προτάσεων
Δικαίωμα υποβολής προτάσεων έχουν τα τμήματα που σύμφωνα με το νόμο παρέχουν τίτλους σπουδών (δεν συμπεριλαμβάνονται σ'αυτά κατά τεκμήριο τα γενικά τμήματα).
Ως Υπεύθυνος του έργου ορίζεται ο Πρόεδρος του τμήματος ή άλλο μέλος ΔΕΠ/ΕΠ (εεεπ!) για το οποίο υπάρχει σχετική εξουσιοδότηση από τα όργανα του τμήματος. Γενικά ένας φέρει τη συνολική ευθύνη συντονισμού και εκπροσώπησης της ομάδας προς το Υπουργείο Παιδείας.
Η τεκμηριωμένη διάγνωση των σημερινών προβλημάτων και η επισήμανση υποδειγματικών τρόπων εφαρμογής του θεσμού από παραδείγματα ιδρυμάτων εντός και εκτός Ελλάδας φέρονται να είναι οι κύριες βάσεις στήριξης των προτάσεων που τα τμήματα των ΑΕΙ και ΤΕΙ καλούνται να υποβάλλουν.
Για την υποβολή προτάσεων στις αιτήσεις-προτάσεις επισυνάπτονται και τα σχετικές τυποποιημένες φόρμες που έχουν διανεμηθεί. Ως αριθμός φοιτητών που θα ενταχθούν στο έργο αναφέρεται αυτός που θέτει ως στόχο το τμήμα. Ως αριθμός μελών ΔΕΠ αναφέρεται ο αριθμός των μελών της εκπαιδευτικής ομάδας που δεσμεύεται να συμμετάσχει στο έργο. Ως αριθμός επιχειρήσεων αναφέρεται ο αριθμός των επιχειρήσεων που προβλέπεται να κινητοποιηθούν για να καλύψουν την άσκηση του ήδη αναφερθέντος αριθμού φοιτητών/σπουδαστών, ανεξάρτητα εάν αυτές έχουν ήδη δηλώσει συμμετοχή μέχρι την ημερομηνία υποβολής της πρότασης.
Η πρόταση πέρα από τον αριθμό επιχειρήσεων, καθηγητών και φοιτητών που συμμετέχουν θα πρέπει επίσης να αναλύει την προτεινόμενη χρηματοδότηση, να αναφέρει τον τρόπο με τον οποίο σχεδιάστηκε η πρακτική άσκηση, να προδιαγράφει τις δραστηριότητες της πρακτικής άσκησης, να περιγράφει την οργανωτική και διοικητική υποστήριξη από μέρους του ιδρύματος και τον τρόπο συστηματικής αναζήτησης θέσεων πρακτικής άσκησης για τους φοιτητές του ιδρύματος. Σημειωτέον ότι θα πρέπει να στοιχειοθετεί τα οφέλη τα οποία προσδοκούν οι επιχειρήσεις ασκώντας φοιτητές/σπουδαστές του ιδρύματος αλλά και να παραθέτει τα κριτήρια με βάση τα οποία επιλέγονται οι φοιτητές/σπουδαστές για να χρηματοδοτηθούν από το πρόγραμμα. Αυτό ενδιαφέρει κυρίως για περιπτώσεις όπου ο αριθμός των ενδιαφερομένων είναι μεγαλύτερος από τον αριθμό των διατιθέμενων θέσεων άσκησης.
Η τελική προθεσμία υποβολής προτάσεων είναι η 2η Δεκεμβρίου 1996, ώρα 14:00.
Χρηματοδότηση - Προϋπολογισμός του έργου
Ως χρηματοδότηση ΕΠΕΑΕΚ λογίζεται το σύνολο της χρηματοδότησης από το Πρόγραμμα συμπεριλαμβανομένων της εθνικής και της κοινοτικής συμμετοχής σε αναλογία 25% προς 75%. Θα εκτιμηθεί όμως θετικά η συγχρηματοδότηση και από άλλες πηγές, όπως ίδιοι πόροι του ιδρύματος, πόροι των συμμετεχουσών εταιριών κ.λπ..
Όσον αφορά τον προϋπολογισμό του έργου, το μέσο κόστος πρέπει να κυμαίνεται από 100.000 έως 200.000 δρχ. ανά φοιτητομήνα για το 1996 και 1997. Η συνολική δε αμοιβή των σπουδαστών πρέπει να κυμαίνεται μεταξύ 50 και 60% του συνολικού κόστους ανά φοιτητομήνα (πιθανότατα ο φοιτητομήνας ορίζεται ως η εργασία ενός φοιτητή για ένα μήνα).
Οι αμοιβές των μελών ΔΕΠ έχουν περισσότερο συμβολικό χαρακτήρα και χορηγούνται ως μικρό κίνητρο για την αποτελεσματικότερη υποστήριξη της πρακτικής άσκησης δεδομένου ότι η πρακτική άσκηση αποτελεί μέρος των εκπαιδευτικών υποχρεώσεών τους. Λαμβάνεται ως βάση αμοιβής το ποσό των 10.000δρχ ανά φοιτητομήνα και δυνατότητα στήριξης 25 φοιτητών ανά μήνα. Για απομακρυσμένες περιοχές το ποσό της αμοιβής ανέρχεται σε 12.500δρχ ανά φοιτητομήνα.
Με δεδομένη τη δυσκολία εξεύρεσης επιχειρήσεων για πρακτική άσκηση λαμβάνεται ως βάση υπολογισμού για τα στελέχη επιχειρήσεων το ποσό των 50.000δρχ ανά φοιτητομήνα και στήριξη μέχρι 5 φοιτητών ανά μήνα.
Είναι επίσης δεκτή η αποζημίωση άλλου προσωπικού για οργανωτική και διοικητική υποστήριξη του έργου, ο υπολογισμός της οποίας πρέπει να βασίζεται σε κανόνες που επικρατούν στην αγορά εργασίας σχετικά με τις αμοιβές των υπαλλήλων ΝΠΔΔ (νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου).
Όσον αφορά δαπάνες μετακινήσεων προβλέπεται και αυτές να καλυφθούν για αποστάσεις μεγαλύτερες των 50km τόσο για φοιτητές όσο και για εκπαιδευτές. Επίσης, οι δαπάνες οργανωτικής και διοικητικής υποστήριξης περιλαμβάνουν έξοδα επικοινωνίας (ταχυδρομείο, τηλέφωνο, οργάνωση βάσης δεδομένων κ.λπ.)
Επιλογή-αξιολόγηση προτάσεων
Οι προτάσεις εγγράφονται σε βάση δεδομένων και αξιολογούνται από επιτροπή ή επιτροπές εμπειρογνωμόνων. Θα καταβληθεί προσπάθεια να συμμετάσχουν ειδικοί από τον παραγωγικό τομέα και το εξωτερικό. Οι προτάσεις πρακτικής άσκησης που εντάσσεται στο πρόγραμμα σπουδών θα αξιολογηθούν χωριστά από εκείνες που δεν εντάσσονται. Η βαθμολογία των προτάσεων που αντιστοιχούν σε υποχρεωτική άσκηση πολ/ζονται με συντελεστή 1,2.
Κριτήρια αξιολόγησης των προτάσεων θα αποτελέσουν η προηγούμενη επίδοση του τμήματος σε πρακτική άσκηση, η πληρότητα και ο βαθμός τεκμηρίωσης της πρότασης, καινοτομικότητα της προτεινόμενης μεθόδου, βαθμός κάλυψης αναγκών του παραγωγικού τομέα και των επαγγελματικών απαιτήσεων της αγοράς εργασίας, προετοιμασία για την ανάληψη του εγχειρήματος κ.λπ.
Προτεραιότητα θα δοθεί σε τμήματα που χορηγούν πτυχία ή διπλώματα που οδηγούν σε άσκηση επαγγέλματος και για πρακτική άσκηση που σχετίζεται με το επάγγελμα αυτό. Επίσης, σχετική προτεραιότητα δίνεται σε τμήματα ιδρυμάτων που βρίσκονται σε απομακρυσμένες και απομονωμένες περιοχές της χώρας (νησιωτικές περιοχές, Αν.Μακεδονία, Θράκη, Ήπειρος). Ειδικότερα για τμήματα ιατρικής, οδοντιατρικής κ.λπ. ως πρακτική άσκηση θα θεωρηθεί η όποια δραστηριότητα αναπτυχθεί πέραν από τη συνήθη κλινική άσκηση στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο (π.χ. κοινωνική ιατρική).
Σημαντικό ρόλο στην επιλογή των προτάσεων από το ΕΠΕΑΕΚ αναμένεται επίσης να παίξει η εξασφάλιση μακροχρόνιων συνεργασιών με επιχειρήσεις ή με ομάδες/ενώσεις επιχειρήσεων για την τοποθέτηση και η κάλυψη μέρους των δαπανών από τις επιχειρήσεις αυτές. Δεν αποκλείεται η συνεργασία και με επιχειρήσεις στο εξωτερικό, για τις οποίες υπάρχουν δημοσιευμένα στοιχεία λειτουργίας και επιδόσεων.
Επισημαίνεται ότι το ίδρυμα θα αποστέλλει μηνιαία και τριμηνιαία στοιχεία προόδου του έργου στο Υπουργείο Παιδείας, το οποίο με τη σειρά του έχει την υποχρέωση να τα συγκεντρώνει και να τα διαβιβάζει στο Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας σε μηνιαία βάση.
Παραλαβή του έργου
Η παραλαβή του έργου θα γίνει μετά τη λήξη του από το Υπουργείο Παιδείας.
Με την παράδοση του έργου πρέπει να συμπληρώνεται για κάθε ασκηθέντα έντυπο επίδοσης-αξιολόγησης σπουδαστή το οποίο θα περιέχει, πέρα από τα τυπικά, και τις επιδόσεις του ασκουμένου και δη συγκεκριμένα επιτεύγματα πέραν του συνήθους.
Ο Υπεύθυνος του έργου υποχρεούται, σε συνεννόηση με το Υπουργείο Παιδείας, να παρουσιάσει τα αποτελέσματα του έργου σε δημόσια εκδήλωση το αργότερο 6 μήνες μετά την αποπεράτωσή του. Όποιες δημοσιεύσεις γίνουν με τα συμπεράσματα από την εκτέλεση του έργου πρέπει να αναφέρουν ότι το έργο χρηματοδοτήθηκε από το ΕΠΕΑΕΚ.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Μετά την αρκετά λεπτομερή περιγραφή του κανονισμού υποβολής πρότασης που έγινε πιο πάνω για λόγους ενημέρωσης, θεωρήσαμε σκόπιμο να παραθέσουμε και μερικά δικά μας σχόλια που υποδεικνύουν πιθανές αδυναμίες του.
Ασάφειες-Γενικότητες
Είναι σαφές μετά από την παραπάνω περιγραφή (αλλά και εάν εξετάσει κανείς πιο προσεκτικά τις επισυναπτόμενες φόρμες που έχουμε στη διάθεσή μας) ότι διαφαίνονται σε αρκετά σημεία γενικότητες διατύπωσης. Ας πάρουμε τα θέματα με τη σειρά.
Στόχοι: Οι ακριβείς στόχοι της οδηγίας δεν είναι απόλυτα σαφείς. Πράγματι, σε πολλά σημεία αναφέρεται ως γνώμονας η οικονομική και κοινωνική διάσταση που παίρνουν αυτά τα αναπτυξιακά προγράμματα, παράγοντας που από τη φύση του μπορεί να είναι ιδιαίτερα υποκειμενικός. Φράσεις του τύπου το Πρόγραμμα έχει ως κεντρικό σκοπό την οικονομική ανάπτυξη της χώρας φαίνονται να κινούνται στα όρια του στυγνού προσανατολισμού προς την αγορά θέτοντας στο περιθώριο την ουσία της παιδείας.
Υποβολή προτάσεων: Δεν είναι απόλυτα σαφές επίσης σε ποιες κλίμακες κινούνται οι διατμηματικές συνεργασίες στην υποβολή των προτάσεων. Είναι σίγουρο για παράδειγμα ότι τα γενικά τμήματα δεν μπορούν από μόνα τους να υποβάλλουν προτάσεις, εκτός εάν συμμετέχουν στην πρόταση κάποιου άλλου τμήματος. Εξάλλου, όπως μας πληροφόρησαν καθηγητές του ΕΜΠ, το Υπουργείο δεν υποστηρίζει τη συνεργασία τμημάτων που ανήκουν στο ίδιο ίδρυμα. Αντίθετα, ενισχύει διαπανεπιστημιακές συνεργασίες. Το γεγονός αυτό ενδεχομένως θα οδηγήσει τόσο σε ενδοπανεπιστημιακές έριδες όσο και σε αποκλεισμό χρηματοδότησης ασθενών τμημάτων μέσα στο ίδιο ίδρυμα. Για το λόγο αυτό είναι ακόμη πιο επιτακτική η ανάγκη εξομάλυνσης μεταξύ των τμημάτων, όσον αφορά στη διάθεση των οικονομικών πόρων τόσο από την έρευνα (βλ.& τεύχος Έρευνα Νο14 του ΝΥΓΜΑτος) όσο και από τα κονδύλια του Προγράμματος.
Επιλογή προσώπων: Γενικότητες παρατηρούμε και όσον αφορά στη στελέχωση υποομάδων που συμμετέχουν στα προγράμματα. Και φυσικά δεν αναφερόμαστε σε αναγνωρισμένου κύρους εσωτερικούς και εξωτερικούς συνεργάτες (επιφανείς διδάσκοντες καθηγητές κ.λπ.) αλλά σε ομάδες-κλίκες που ενδεχομένως θα δημιουργηθούν με σκεπτικό την προώθηση των "ημετέρων".
Διαδικασία κρίσης: Κατά τον κανονισμό θα συμμετέχουν στις διαδικασίες ανεξάρτητοι κριτές για την αξιολόγηση των κατατιθέμενων προτάσεων και ανεξάρτητοι εμπειρογνώμονες για την αξιολόγηση των δοκιμαστικών προγραμμάτων σπουδών. Ο όρος ανεξάρτητοι, ενώ χρησιμοποιείται στο κείμενο με τόση ευκολία, δεν είναι εξίσου ξεκάθαρος. Εάν υποθέσουμε ότι οι ανεξάρτητοι κριτές δεν έχουν ουδεμία σχέση με τα πανεπιστημιακά ιδρύματα και τα προγράμματα σπουδών, είναι επίφοβο ότι δεν θα επιμείνουν στον ακαδημαϊκό χαρακτήρα των προγραμμάτων σπουδών και των πρακτικών ασκήσεων. Από την άλλη μεριά, εάν έχουν άμεση συσχέτιση με τα ιδρύματα που υποβάλλουν τις προτάσεις, ε τότε δεν θα είναι και τόσο ανεξάρτητοι. Ωστόσο, ανεπίσημες πληροφορίες φέρουν τους κριτές να είναι και ακαδημαϊκοί και κατά το μάλλον ανεξάρτητοι. Οι ίδιες πληροφορίες λένε ότι οι διαδικασίες κρίσης δεν έχουν ακόμη απόλυτα καθοριστεί.
Προβλήματα συλλογιστικής
Εξετάζοντας κανείς τον παραπάνω κανονισμό πέρα από τις όποιες γενικότητες, μπορεί να διαγνώσει και προβλήματα σε αυτή καθαυτή τη συλλογιστική του.
Αμοιβές εκπαιδευτικών: Το σκεπτικό του προγράμματος, σύμφωνα με αυτά που ειπώθηκαν, στοχεύει τόσο στη βελτίωση των προγραμμάτων σπουδών όσο και στην παγίωση της πρακτικής άσκησης με στόχο την αναβάθμιση της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Εντούτοις, βλέπουμε ότι το πρόγραμμα προβλέπει χρηματικές αμοιβές, ώστε να παροτρύνει τους καθηγητές να συμμετάσχουν στην κατάρτιση σχεδιασμού σε αυτά τα πεδία, ενώ κάτι τέτοιο συμπεριλαμβάνεται στις αρμοδιότητές τους έτσι κι αλλιώς.
Το δυναμικό των ιδρυμάτων: Τα κριτήρια βάσει των οποίων θα κριθούν οι προτάσεις καθώς και οι συντελεστές βαρύτητας του κάθε κριτηρίου, ναι μεν επιχειρούν μια αντικειμενική αξιολόγηση αξιόπιστου έργου, αλλά ίσως δεν είναι πλήρως στραμμένα στην ουσία που είναι η αναβάθμιση της παιδείας. Επιπλέον, στέκονται περισσότερο στους όρους με τους οποίους θα επιδιωχθεί αυτό. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα κριτήρια αυτά, προτάσεις αδύναμων τμημάτων που δεν υποστηρίζονται από κατάλληλες υποδομές και συνεργασίες με αναγνωρισμένους εξωτερικούς συνεργάτες υψηλού κύρους είναι μάλλον αδύνατο να εγκριθούν. Κατ'αυτόν τον τρόπο τμήματα αυτού του είδους αυτόματα περιθωριοποιούνται και έτσι η "αποκέντρωση" αποτυγχάνει και σ'αυτό το επίπεδο. Οι ασθενείς, ασθενέστεροι...
Αξιολόγηση σπουδαστών: Όσον αφορά στην αξιολόγηση των σπουδαστών κατά την πρακτική άσκηση και στο αντίστοιχο έντυπο επιδόσεως, είναι προφανές ότι η αξιολόγηση είναι μάλλον αδύνατο να πραγματοποιείται από τους επιβλέποντες καθηγητές (25 σπουδαστές ανά καθηγητή). Κατά συνέπεια, πιθανότατα να πραγματοποιείται από εξωπανεπιστημιακούς φορείς (επιχειρήσεις) κάτι που θα ξεφεύγει από τον εκπαιδευτικό χαρακτήρα της άσκησης. Περαιτέρω, θεωρούμε φράσεις του είδους επιδόσεις του ασκουμένου (συγκεκριμένα επιτεύγματα πέραν του συνήθους) εξαιρετικά άτοπες συγκρινόμενες με τον υποτιθέμενο στόχο του προγράμματος.
Διαφωνίες
Επιλογή ασκουμένων: Ο λόγος περί των ασκουμένων φοιτητών στα πλαίσια της εισαγωγής πρακτικής άσκησης στα ΑΕΙ. Εφόσον η άσκηση θα έχει προαιρετικό χαρακτήρα, θα πρέπει να καθοριστούν και τα αντίστοιχα κριτήρια επιλογής των φοιτητών όπως γενικά αναφέρεται και στην οδηγία. Η επιλογή όμως των καλύτερων μπορεί να οδηγήσει σε διαφόρων ειδών διαχωρισμούς στο χώρο των φοιτητών. Καταρχάς, τα κριτήρια επιλογής θα περιορίζονται στις βαθμολογίες των φοιτητών με αποτέλεσμα οι φοιτητές με ελάχιστα μικρότερες επιδόσεις από τους άριστους να αποκλείονται λόγω ανεπάρκειας θέσεων; Μήπως επίσης κριτήριο επιλογής κάποιου φοιτητή δεν αποτελέσει η επίδοσή του αλλά κάποια παρελθούσα συνεργασία με τον υπεύθυνο καθηγητή; Είναι σαφές ότι είναι δύσκολο να υπάρξουν τέτοια κριτήρια ώστε να διασφαλίζεται η επιλογή των καλυτέρων, όπως αναφέρεται και στον κανονισμό.
Η φιλοσοφία της άσκησης: Η φιλοσοφία εισαγωγής πρακτικής άσκησης με υποχρεωτικό ή προαιρετικό χαρακτήρα στα ΑΕΙ, αν και μπορεί να υποστηρίζεται από αγαθές προθέσεις, ενδεχόμενα επιβαρύνει το ήδη βεβαρημένο πρόγραμμα σπουδών των τεχνολογικών τμημάτων (π.χ. Ηλεκτρολόγων ΕΜΠ, Πληροφορικής Πατρών κ.λπ.). Με αυτό το σκεπτικό, η άσκηση θα μπορούσε να εξετασθεί ως τμήμα της διπλωματικής εργασίας, όπου κρίνεται απαραίτητο. Επίσης, οι εκ των πραγμάτων περιορισμένες θέσεις φοιτητών για πρακτική άσκηση δημιουργούν ανισότητες και αντιπαλότητες που δεν έχουν λόγο να υπάρχουν. Αφού, λοιπόν ήδη μισθώνονται μεταπτυχιακοί φοιτητές για να εκπονούν εργασίες με ερευνητικό-πρακτικό χαρακτήρα, δεν φαίνεται σκόπιμο να εισάγουμε τέτοιες εργασίες προπτυχιακά διαταράσσοντας έτσι το ακαδημαϊκό πρόγραμμα σπουδών.
Η συμμετοχή των φοιτητών: Η συμμετοχή των φοιτητών/σπουδαστών αναφέρεται πρακτικά μόνο σε μια γωνιά του κανονισμού, ενώ η αντίστοιχη ενημέρωση των φοιτητών/σπουδαστών είναι πρακτικά ανύπαρκτη. Τόσο για τα προγράμματα σπουδών και τις βιβλιοθήκες, όσο και για την πρακτική άσκηση, οι φοιτητές δεν θα'πρεπε να είναι άμοιροι των εξελίξεων και εν πάσει περιπτώσει να υποτιμώνται στον (κατά τα φαινόμενα μεγάλο) βαθμό που αυτό γίνεται. Είναι πασιφανές ότι η ενεργός συμμετοχή τους αγνοείται πλήρως από το Υπουργείο, αφού ο εν εξελίξει διάλογος περιορίζεται στις επαφές Υπουργείου και κάποιων καθηγητών, και μάλιστα σε θέματα που αφορούν άμεσα τους φοιτητές και τους σπουδαστές.
Αμοιβές υπηρεσιών: Η συνεργασία με τα λεγόμενα εξωτερικά πρόσωπα που θα συντελέσουν στην διεκπεραίωση των προτεινόμενων έργων θα έχει τη μορφή υπηρεσίας προς τα εμπλεκόμενα ιδρύματα. Ως εκ τούτου, οι αμοιβές για τις παρεχόμενες υπηρεσίες είναι εκ των πραγμάτων ρευστές. Δηλαδή ελλοχεύει ο κίνδυνος ηθελημένης ή μη υπερκοστολόγησης των υπηρεσιών τους, πράγμα που σημαίνει αυτόματη μείωση των δαπανών που θα διατεθούν άμεσα για τον εκπαιδευτικό σκοπό του έργου.
Κατακλείδα
Η αναβάθμιση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης είναι σαφώς επιθυμητή από τους φοιτητές. Το άρθρο αυτό δεν εκφράζει άλογη αντίθεση στην κίνηση που γίνεται προς αυτήν την κατεύθυνση. Σκοπός των γραφόντων είναι αφενός η ενημέρωση για μια υπόθεση που κανένας από εμάς δεν είχε αντιληφθεί ότι λαμβάνει χώρα, και αφετέρου η καλοπροαίρετη, κριτική στάση απέναντί της. Για να διασφαλίζεται η διαφάνεια που πρέπει να διέπει τους μηχανισμούς αναβάθμισης, είναι αναγκαίο αυτοί να ελέγχονται από αυστηρά καθορισμένες διαδικασίες και όχι από γενικούς κανόνες με ελεύθερες παραμέτρους. Μόνο έτσι θα είμαστε σε θέση να διεκδικήσουμε μια ουσιαστικά ποιοτικότερη παιδεία, μιας και η διαβλητότητα είναι σχεδόν δεδομένη σε κάθε πραγματική ανθρώπινη κοινωνία.