www.nygma.gr - ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ (Ακαδημαϊκά)

Οι φοιτητές θέλουν. Το Ε.Μ.Π. μπορεί; 1/6/1998

Μόνο και μόνο το όνομά του εμπνέει σεβασμό. Λίγο η ιστορία του, λίγο το υλικό και το έμψυχο δυναμικό του, ίσως λίγο και η άγνοια που έχει το πλατύ κοινό για το τι συμβαίνει στους κόλπους του, είναι στοιχεία που δικαιολογούν μιαν αύρα που διαχέεται από το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο προς τον έξω κόσμο. Πόσο όμως η πραγματικότητα ανταποκρίνεται στις προσδοκίες αυτής της δημιουργούμενης εικόνας; Και κυριότερα, πόσο μπορεί να απογοητεύσει ο διοργανωτικός ιστός ενός τόσο λαμπρού ιδρύματος έναν γεμάτο ελπίδες νεοεισερχόμενο;

Η ουτοπία, την οποία ο σπουδαστής ονειρεύεται, σίγουρα δεν είναι εφικτό να συμπίπτει με τη ρεαλιστική επιθυμία του εκπαιδευτικού-ερευνητή. Ωστόσο η αλήθεια βρίσκεται για άλλη μια φορά κάπου στη μέση. Και η μέση προσδιορίζεται εν προκειμένω από τα κοινά στοιχεία που είναι δυνατό να βρεθούν μεταξύ του ονείρου και της ομολογουμένως πιο προσγειωμένης αλλά παράλληλα και πιο εκφυλισμένης αντίληψης, αντίστοιχα. Θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί, χωρίς πολλή σκέψη, ότι τρεις πρώτοι κοινοί και βασικοί στόχοι είναι: η ύπαρξη υλικής υποδομής, η κάλυψη στον τομέα του ανθρώπινου δυναμικού -τόσο από πλευράς αριθμητικής επάρκειας, όσο και από πλευράς ακαδημαϊκής ποιότητας- καθώς και η αναγκαιότητα επικοινωνιακού ιστού σε εσωτερικό επίπεδο, όπως και σε επίπεδο διασύνδεσης με τον υπόλοιπο κόσμο. Ένα Ίδρυμα σαν το Πολυτεχνείο θα έπρεπε να καλύπτει τις πρωταρχικές αυτές ιδέες. Πόσο λίγο είναι το πολύ Πολυτεχνείο για τους ανθρώπους του;

Η υλική υποδομή

Η αλήθεια είναι ότι ο άνθρωπος θέλει όλο και περισσότερα αγαθά. Αλήθεια όμως είναι και το γεγονός ότι όλα γύρω μας τρέχουν. Η πρόοδος που επιτυγχάνεται με τη βοήθεια του ψευδούς οκταώρου εργασίας δρασκελίζει με τεράστια άλματα. Κάτω από το πρίσμα αυτών των δύο αντιφατικών σκέψεων, διερωτάται κανείς αν το Πολυτεχνείο έχει την υλική ευχέρεια να διαμορφώνει την εξέλιξη ή να διαμορφώνεται από αυτή. Και το όνειρο θέλει ένα Πολυτεχνείο-αρωγό των επιστημονικών εξελίξεων, που θα εξασφαλίζει την ύπαρξη μεγάλων και σύγχρονων βιβλιοθηκών, τη διδασκαλία σε κατάλληλα εξοπλισμένες αίθουσες και τη δυνατότητα χρήσης τεχνολογικών εργαλείων από όλο το πλήθος όχι μόνο του προσωπικού, αλλά και των σπουδαστών. Από την άλλη, η σκληρή πραγματικότητα του ομολογουμένως ισχυρού Ιδρύματος υπαγορεύει πιο εδαφικά και συνάμα περιοριστικά τετελεσμένα.

Πρώτα απ' όλα, κυριαρχεί η λογική του υποτονικού ενδιαφέροντος για τις πεπαλαιωμένες πια βιβλιοθήκες του. Η ανέγερση πύργου τύπου Βαβέλ στο χώρο της Πολυτεχνειούπολης δίνει βέβαια ελπίδες για μια ανανεωμένη, ενοποιημένη βιβλιοθήκη που θα δρα ως πόλος έλξης για τους φοιτητές με σκοπό να προάγει τη γνώση. Ωστόσο, η βιτρίνα δεν ταυτίζεται αναγκαστικά με το περιεχόμενο. Μια ισχυρή βιβλιοθήκη απαιτεί συνεχή παρακολούθηση για τις ανάγκες νέων συγγραμμάτων. Και κάτι τέτοιο είναι μια εργασία στην οποία μόνο καθηγητές και ερευνητές μπορούν να έχουν ουσιαστικό λόγο. Θα μπορούσε, για παράδειγμα, μέσα στις αρμοδιότητες του κάθε καθηγητή να υπάγεται και η κατάρτιση, κάθε εξάμηνο, καταλόγου με νέα, ενδιαφέροντα κατά την άποψή του συγγράμματα, στα οποία θα μπορούν να ανατρέχουν οι μαθητές του, φυσικά μέσω της βιβλιοθήκης. Βασική προϋπόθεση αποτελεί βέβαια η κατάλληλη κατανομή των κονδυλίων, ώστε το βιβλίο να βρει τη μοίρα που του αξίζει στο Πολυτεχνείο και να γίνει βίωμα στον κόσμο του. Και φυσικά εδώ εμπίπτει και η τραγική κατάσταση των εκδόσεων του Πολυτεχνείου, η οποία συγκρινόμενη με αυτήν πανεπιστημιακών χώρων όχι μόνο του εξωτερικού, αλλά και του εσωτερικού -για παράδειγμα των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης, ενός λαμπρού παραδείγματος προς μίμηση- παρουσιάζει άθλια κατάσταση.

Ο χώρος του Πολυτεχνείου και ο σχεδιασμός αυτού είναι από τα πιο αξιοπρόσεκτα σημεία. Είναι χαρακτηριστικό δείγμα του πόσο τα τέκνα-μηχανικοί που βγαίνουν απ' την κοιλιά του έχουν το δέον πνεύμα συνεννόησης μεταξύ τους, καθώς και του κατά πόσο το αποτέλεσμα μπορεί να ικανοποιήσει όλους τους ανθρώπους που ζουν μέσα στο χώρο αυτό. Τον τελευταίο καιρό υπάρχει μια σαφώς ανεβασμένη δραστηριότητα στο ζήτημα αυτό, αλλά κανείς δεν μπορεί να πει -και όλοι θα μπορούσαν να το κάνουν- αν αυτή είναι καρπός συνεργασίας των ειδικών μέσα στο Πολυτεχνείο.

Από την άλλη, ο συνεχώς ανανεούμενος εξοπλισμός των Τμημάτων δίνει την εικόνα ενός αναπτυσσόμενου οργανισμού. Και κανείς δεν αμφισβητεί την εμφανή εξέλιξη, η οποία γίνεται φανερή αν γίνει μια σύγκριση της σημερινής κατάστασης με αυτήν που υπήρχε ένα χρόνο πριν. Τα ζητήματα, όμως, που προκύπτουν είναι δύο. Πρώτον, είναι αμφίβολο εάν οι ανάγκες που καλύπτονται συμβαδίζουν στο ρυθμό με τις ανάγκες που πραγματικά υπάρχουν. Η κυρίαρχη έλλειψη ωστόσο δεν είναι αυτή, αλλά μάλλον το ποσοστό του πληθυσμού που ζει, σπουδάζει και εργάζεται στο Πολυτεχνείο και το οποίο έχει άμεση πρόσβαση στο σύγχρονο τεχνολογικό εξοπλισμό, δηλαδή άμεση επαφή με την εξέλιξη. Πιο συγκεκριμένα, οι προπτυχιακοί σπουδαστές είναι στην περίπτωση αυτή οι πιο αδικημένοι.

Και μάλιστα, πιο αδικημένοι και για άλλον ένα λόγο. Κάθε σπίτι έχει μια γωνιά για τα παιδιά. Η οικογένεια του ΕΜΠ δεν έχει μεριμνήσει για την ύπαρξη ενός χώρου όπου θα μπορεί να φωλιάζει η φοιτητική φωνή& όπου θα δίνεται η δυνατότητα στους φοιτητές να αναπτύσσουν πιο ανθρώπινες και ζεστές σχέσεις& απ' όπου θα γεννάται μέσω ενός πνεύματος συνεργασίας η πολιτισμένη έκφραση των σπουδαστών. Η απουσία της έννοιας του φοιτητικού συλλόγου -μιας έννοιας τόσο οικείας σε πολλές ανεπτυγμένες χώρες του εξωτερικού- είναι αισθητή από τους φοιτητές και ένα πρώτο βήμα για την επίτευξή της είναι και η αντίστοιχη στέγη.

Το ανθρώπινο δυναμικό: υποχρεώσεις και ελευθερίες

Ο κόσμος του ΕΜΠ μοιάζει σα μια πολύμορφη, αλλόκοτη μάζα: πλουραλισμός ιδεών, διαφορετικά είδη προσωπικοτήτων, πολλαπλοί κόσμοι και προπαντός ένα κυρίαρχο πνεύμα αταξίας. Ένα δυναμικό που δεν αξιοποιείται. Μια ενέργεια που δεν διοχετεύεται. Η απουσία ενός βασικού ιστού επικοινωνίας μεταξύ των μελών μιας κοινότητας με τόσες δυνατότητες παραμένει πρωταρχικό κώλυμα στην υπερύψωση του Ιδρύματος. Αυτή είναι η μακροσκοπική εικόνα που μπορεί να εμφανίζει ο οργανισμός του Πολυτεχνείου σε κάποιον που θήτευσε ως βορρά του. Περνώντας κανείς και σε πιο προσωπικό επίπεδο, θα μπορούσε να διαπιστώσει παραμελημένες υποχρεώσεις και καταπιεσμένα δικαιώματα. Και τα δύο αποσιωπούνται μέσα σ' ένα κλίμα συντήρησης και από φόβο μήπως ταραχτούν τα νερά.

Στην πρώτη περίπτωση, άνθρωποι που ανέλαβαν το λειτούργημα του περάσματος της γνώσης στη νέα γενιά, με τον καιρό ξέχασαν την αγαθή έννοιά της και πέρασαν στο χώρο της επιχειρησιακής δραστηριότητας. Και αυτό δεν είναι το μεμπτό, για τον απλούστατο λόγο ότι μια τέτοια δραστηριότητα είναι αναγκαία και επιθυμητή, από έναν χώρο μάλιστα όπως το Πολυτεχνείο, μια και του δίνει φτερά για την αυτοδιαχείριση και την αυτοδιάθεσή του. Όχι όμως να γίνεται αυτοσκοπός. Όποιος είναι και με τα δύο πόδια στην αγορά και δεν αγωνίζεται συνεχώς για την ακαδημαϊκή του ιδιότητα, θα 'πρεπε να παύει να αποκαλείται ακαδημαϊκός. Τόσο απλά και ξεκάθαρα.

Όσο για τη δεύτερη περίπτωση, φοιτητές στους οποίους δεν υπενθυμίζεται η υποχρέωσή τους να αυτοδιοργανώνονται -γεγονός που αποτελεί το μεγαλύτερο δικαίωμά τους- είναι σα νωθρή σάρκα. Και η λέξη "υπενθυμίζεται" δεν χρησιμοποιείται καταχρηστικά, αφού το ΕΜΠ, ως ανώτατο εκπαιδευτικό Ίδρυμα, έχει την υποχρέωση να μορφώνει και κοινωνικά τα μέλη του, πράγμα που δε σημαίνει αναγκαστικά να τα χειραγωγεί. Η πολιτική -με την ευρύτερη έννοια του όρου- συσπείρωση των σπουδαστών μπορεί να σημαίνει μια αστείρευτη πηγή ζωντάνιας, δημιουργικότητας και φρεσκάδας για το Πολυτεχνείο. Αξίζει να σημειωθεί ότι η θέληση και η επιθυμία υπάρχει από πλευράς των φοιτητών, οι οποίοι ήδη οργανώνονται σε παρέες-κύτταρα που δρουν αυτόβουλα και ευέλικτα. Εξακολουθεί να λείπει η ενωτική πρωτοβουλία, ένας δρόμος που καλείται να υποδείξει σε ανθρώπινους τόνους ο εκπαιδευτικός.

ΕΜΠ και κοινωνία

Το ΕΜΠ θα μπορούσε να υιοθετήσει την πραγματικά διττή υπόσταση που του αρμόζει στην κοινωνία. Από τη μία είναι η σχέση με την αγορά, μια σχέση αρκετά οργανωμένη -καθώς φαίνεται τουλάχιστον- που δρα σαν καύσιμο για τη μισοκουρδισμένη μηχανή του Πολυτεχνείου. Μια σχέση, η οποία έχει ήδη αναπτυχθεί και συνεχίζει να αναπτύσσεται πλέον εκ των πραγμάτων, και η οποία επιτρέπει σε ερευνητές- μηχανικούς να παίζουν κάποιο μεγαλύτερο ρόλο στην εξέλιξη της τεχνολογίας που βιώνει ο κάθε πολίτης στην καθημερινή του ζωή. Από την άλλη επικρατεί σιωπή ως προς την θέση ευθύνης που έχει το Πολυτεχνείο ως μια μεγάλη πανεπιστημιακή μονάδα. Αντ' αυτού επιλέγει το δρόμο της απομόνωσης από τις άλλες πανεπιστημιακές και πολυτεχνικές οντότητες, ή τουλάχιστον κρύβει καλά μια τέτοια σχέση, αφού δεν είναι εμφανής (ας ελπίσουμε ότι τουλάχιστον ο νέος Πυρφόρος θα κινηθεί προς αυτήν την κατεύθυνση). Προσπερνά το διάλογο με άποψη σε σχέση με την κοινωνία και το κομμάτι της πολιτικής που το αφορά. Και με αυτόν τον τρόπο παράλληλα αφήνει ένα κενό και μια αίσθηση απορίας στο ευρύτερο κοινό για το τι είναι και τι αντιπροσωπεύει το Πολυτεχνείο.

Η ενεργή συμμετοχή στη διαμόρφωση της ελληνικής και κατ' επέκταση της ευρωπαϊκής πραγματικότητας, ως προς τη λειτουργικότητα της κοινωνίας και την ανάπτυξη συνείδησης του ανθρώπου που μεγαλώνει μέσα στην τεχνολογική εξέλιξη, είναι το ευκταίο. Οι φοιτητές θέλουν από το ΕΜΠ το ιδανικό, κατ' άλλους το ακατόρθωτο. Γίνεται;

Γιώργος Βότσης
ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ (Ηλεκτρολόγος Μηχ. & Μηχ. Η/Υ ΕΜΠ)

Το άρθρο αυτό βρίσκεται δημοσιευμένο στην Πύλη www.nygma.gr
στη διεύθυνση http://www.nygma.gr/mag/articles/Article.asp?ac_id=13&ar_id=158